Τι έχουμε; Ποιοί έχουμε;
Γιατί τα έχουμε; Να είχα εύκαιρη μια
κούνια τώρα ή μια πραγματικότητα με μονόκερους να καβαλήσω έναν. Δεν έχω
όμως, οπότε θα κληθώ ν’ απαντήσω σε καθετί που τείνει να μπερδεύει το δρόμο μου.
Μιλώ για σένα και για μένα.
Γι’ αυτό που έχουμε.
Πίστευα πως, όταν καλείσαι να
συζητήσεις με τον άλλον τί έχεις, δεν έχεις τίποτα. Γιατί όταν μπαίνεις στη διαδικασία να ψάξεις λεκέδες σημαίνει ότι, μάλλον,
πρέπει ν’ αλλάξεις αυτό που φοράς. Τι εννοώ; Ότι κάπου μπέρδεψες τη δηθενιά με
το ξεκάθαρο.
Διότι,
όταν με τον άλλο θέλεις απλά να «περνάς καλά», για να αποφύγω τις ωμές
εκφράσεις, δεν ξυπνάς μαζί του κανένα πρωινό, δε βγαίνεις για ποτό, καφέδες κι
ιστορίες κι ούτε τον συμπεριλαμβάνεις στην καθημερινότητά σου.
Όταν είσαι ξεκάθαρος, πως
βρίσκεσαι δηλαδή σε φάση γιόλο και ζεν, δε ζηλεύεις. Δεν το ψάχνεις και δεν του
δίνεις περιθώρια να σου ζητήσει τα ρέστα. Σ’ αυτό το σημείο αυτομάτως περνάω
στην κόκκινη κάρτα, μετά τις δύο κίτρινες που προηγήθηκαν. Στο σημείο που
δικαιολογείσαι για σκάρτες συμπεριφορές που σου χρεώνω.
Αφού έχεις τοποθετηθεί και
συνεχίζεις να υποστηρίζεις ότι κάτι άλλο αναζητάς κι επιθυμείς, για ποιον
ακριβώς λόγο δικαιολογείσαι;
Όταν
έχουμε αρχίσει και μοιάζουμε με θολό τοπίο, εγώ θα προσπαθήσω να το σώσω χωρίς
απαραίτητα να τ’ ονοματίσω κάπως. Θα σεβαστώ την ανάγκη σου να εκφράσεις τα
κουλ και χαλαρά «τύπου» αισθήματα, μα θα μου επιτρέψεις ν’ αποχωρήσω.
Κι εδώ θ’ απαντήσω στο «γιατί»
που θ’ αναζητήσεις, για να ξεκαθαρίσω κι εγώ την θέση μου.
Δε
γουστάρω να κάνω εκπτώσεις του εαυτού μου, ούτε να ζητιανεύω ψίχουλα
ευγνωμοσύνης κι ελεημοσύνης. Εγώ θέλω να το πάμε χαλαρά, αλλά μαζί. Θέλω ένταση
κι αποχρώσεις του κόκκινου. Θέλω να ξυπνάς σπίτι μου το πρωί, χωρίς φρίκες και
τελάληδες. Θέλω ουσιαστικό χρόνο απ’ την ζωή σου, χωρίς απαραίτητα ν’ αποζητώ
την παρουσία σου 24/7.
Ένας καφές, μια βόλτα το
σκύλο, ένα κρυφό ραντεβού. Έτσι για την αλητεία.
Θέλω να σε καταλάβω και να
θέλεις να με καταλάβεις κι εσύ. Εν πάση περιπτώσει, ξέρω τί θέλω. Ξεκάθαρα σε
θέλω.