Βρέθηκα σε μια παρέα χθες κι υπήρχε ένα πολύ ενδιαφέρον
θέμα συζήτησης. Τ᾽ αρσενικά της παρέας αναρωτήθηκαν ποιοι άνδρες έχουν τελικά
πέραση στις γυναίκες.
Μερικές απ᾽ την παρέα υποστήριζαν πως τα λαϊκά παιδιά
κατέχουν την πρωτιά στις προτιμήσεις τους.
Κάποιες άλλες είπαν πως το λαϊκό,
θεωρείται ντεμοντέ.
Τη στιγμή που άκουσα αυτήν τη φράση, έφτυσα τον καφέ μου
τελείως αυθόρμητα και γούρλωσα τα μάτια.
Τι θα πει, κουκλίτσα μου, είναι ντεμοντέ; Δεν είναι
τσάντα, άνθρωπος είναι.
Ας είναι, όμως, δε στάθηκα σ᾽ αυτό. Νιώθω την ανάγκη να
εξηγήσω κάποια πράγματα που θεωρούσα πως είναι δεδομένα.
Για αρχή, να ξεκαθαρίσουμε πως με τον όρο «λαϊκό παιδί»,
δεν εννοούμε εκείνον που πηγαίνει στα μπουζούκια και τα σπάει. Ούτε επειδή
κόβει βόλτες με το κάμπριο γύρω απ᾽ την πλατεία και ο Παντελίδης είναι στη
διαπασών, θεωρείται λαϊκό παιδί. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα χαρακτηριστεί
«κάγκουρας».
Για να διασαφηνιστεί ο όρος και να καταλάβετε τι στην
πραγματικότητα σημαίνει να είσαι «λαϊκό παιδί», πάρτε για παράδειγμα εκείνους
που βλέπαμε στις παλιές ελληνικές ταινίες. Δύο πολύ γνωστά και γνώριμα πρόσωπα
του παλιού ελληνικού κινηματογράφου είναι ο Νίκος Ξανθόπουλος κι ο Νίκος
Κούρκουλος, ή τουλάχιστον οι ρόλοι που υποδύονταν.
Λαϊκοί είναι οι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι της διπλανής
πόρτας. Οι τίμιοι. Οι ντόμπροι. Εκείνοι που είναι προσιτοί. Πρόθυμοι ν᾽
ανοίξουν κουβέντα με τον οποιονδήποτε. Δεν έχουν ύφος και τουπέ. Δεν είναι
σνομπ.
Δεν υπάρχουν προκαθορισμένα κριτήρια που χρίζουν κάποιον
άνθρωπο λαϊκό. Η λέξη αυτή είναι συνώνυμη με την απλότητα.
Δεν ονομάζεσαι λαϊκός επειδή ακούς Πάολα και Καρρά. Αυτές
είναι οι μουσικές επιλογές σου. Και ναι, εγώ προσωπικά τις γουστάρω. Αλλά, δεν
μπορούμε να κρίνουμε το ποιόν ενός ανθρώπου βασιζόμενοι στις μουσικές του
επιλογές.
Δεν έχει σημασία αν έχεις μούσι και τατουάζ, αν φοράς
φαρδιά ρούχα, πέτσινο παντελόνι ή κοστούμι. Σημασία έχει να σ᾽ εκφράζει αυτό που
κάνεις, αυτό που φοράς κι αυτό που αντιπροσωπεύεις.
Δε μας νοιάζει αν κυκλοφορείς με Πόρσε, με μηχανάκι, με
λεωφορείο ή με το πεζό το δύο. Μας νοιάζει, όμως, να βρίσκεις πάντα χρόνο για
να μας δεις είτε με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, είτε με το δικό σου όχημα είτε
περπατώντας. Αρκεί να είσαι εκεί.
Δεν παίζει ρόλο αν ακούς ρεμπέτικα, σκυλάδικα, έντεχνα ή
ροκ. Σημασία έχει να μπορείς να διασκεδάσεις με κάθε είδους μουσική. Να μπορείς
να κυκλοφορήσεις τη σύντροφό σου και στα μπουζούκια και στις συναυλίες.
Ο καθένας έχει το στιλ του και δε χρειάζεται να τ᾽
αλλάξει. Είναι καλό, όμως, να προσαρμοζόμαστε σε καταστάσεις.
Σκοπός δεν είναι να σ᾽ ερωτευτεί κάποια επειδή της
ανοίγεις μπουκάλια στον Γονίδη. Ούτε επειδή της αγόρασες εισιτήριο για τους Μetallica.
Σκοπός είναι να είσαι gentleman. Να κεράσεις στο πρώτο ραντεβού, όπου κι αν
είναι αυτό. Να της δώσεις το μπουφάν σου αν κρυώνει. Να την πάρεις αγκαλιά
γιατί τα πόδια της έχουν πονέσει απ᾽ τις γόβες και δεν μπορεί να περπατήσει.
Να την κάνεις να χαμογελάει ακόμα κι αν το μαγαζί που
βρίσκεστε παίζει το πιο μισητό τραγούδι για τα δικά της γούστα. Να της κάνεις
μια έκπληξη εκεί που δεν το περιμένει. Να είσαι απλός και να της δείχνεις
ενδιαφέρον και προσοχή.
Να πατάς πόδι εκεί που χρειάζεται, αλλά να μην γίνεις και
αγροίκος. Να ξηγιέσαι με λόγια σταράτα και να είσαι ντόμπρος.
Αυτό σημαίνει να είσαι λαϊκό παιδί. Όλα τα υπόλοιπα είναι
ποζεριές.
Γουστάρουμε τα λαϊκά παιδιά, γιατί ναι, έχουν άλλη χάρη. Καλό
θα ήταν, βέβαια, να μάθετε πρώτα τι σημαίνει και τι υποτίθεται πως αντιπροσωπεύετε,
χαρακτηρίζοντας τους εαυτούς σας «λαϊκούς».
Έχει παρερμηνευτεί τελείως η σημασία της φράσης.
Τα πράγματα, πλέον, έχουν ως εξής.
Φοράει το πουκάμισο του, σηκώνει τα μανίκια μέχρι τον
αγκώνα ανοίγει τα κουμπιά μέχρι να φανεί το δασύτριχο στήθος του και κοτσάρει
και τον βαπτιστικό του σταυρό.
Φορτώνεται με χρυσές καδένες κι αλυσίδες και γενικώς
φοράει ό,τι χρυσό βρει, ακόμα και το δόντι που έφυγε απ᾽ τη μασέλα της γιαγιάς
του.
Καβαλάει την κούρσα, ανοίγει στο τέρμα το πιο εμπορικό
καψουροσκυλάδικο τραγούδι της σεζόν κι αρχίζει τις βόλτες γύρω απ᾽ τις
πολυσύχναστες πλατείες. Μαρσάρει ανελέητα κι αφήνει πίσω του μυρωδιά καμένου
λάστιχου κι όλα αυτά προκειμένου να εντυπωσιάσει τα γκομενάκια.
Καταλήγει σε κάποιο ελληνάδικο, μοστράρει το πούρο που αγόρασε
απ᾽ το συνοικιακό περίπτερο και νιώθει θεός. Ύστερα θα ρίξει και μια ζεϊμπεκιά
για το γαμώτο και τα ντέρτια του χωρίς, ίσως, καν να ξέρει το κομμάτι που
πλαισιώνει τον χορό του.
Όχι, φιλαράκι, μην αυταπατάσαι. Δεν είσαι λαϊκό παιδί.
Ένας κάγκουρας της εποχής είσαι που θα ξεθωριάσεις μαζί με τη μόδα. Κι όχι ότι
με πολυνοιάζει τι θα κάνεις, σκασίλα μου! Αλλά γίνεσαι ένα κακό αντίγραφο,
προσπαθώντας να μιμηθείς τα πραγματικά λαϊκά παιδιά που σου «τρώνε» τις
γυναίκες.
Το χειρότερο όλων; Ότι αυτή η κακή σου απομίμηση κάνει
τις γυναίκες που δεν έχουν ξαναμπλέξει με τέτοιους είδους αρσενικά να νομίζουν
πως είναι όλοι έτσι και καταλήγουν να έχουν κακή εντύπωση, ενώ στην
πραγματικότητα συμβαίνει κάτι τελείως διαφορετικό.
Είναι υπέροχο συναίσθημα να βλέπεις κάποιον στο δρόμο και
να αποπνέει αντρίλα. Και προτού παρεξηγηθώ, δεν εννοώ αντρίλα του τύπου «φέρε
τις παντόφλες μου μωρή» και λοιπές φράσεις τέτοιους είδους. Εννοώ, πως μόλις
τον δεις θα σκεφτείς «αν σε βάλει κάτω αυτός…». Τεστοστερόνη ντε.
Γουστάρουμε τα αρσενικά. Γουστάρουμε την τρέλα που
κουβαλάτε ορισμένοι. Και τα μπουζούκια, και τους χορούς, και τη μουσική που
κοντεύει να κάψει τα ηχεία, όταν περνάτε κάτω απ᾽ το σπίτι μας και μας κάνετε
αφιέρωση.
Γουστάρουμε τα λουλούδια που θα μας πετάξετε και τις
σαμπάνιες που θα μας ανοίξετε. Αρκεί να το κάνετε γιατί έτσι είναι ο χαρακτήρας
σας κι όχι επειδή είναι μόδα και θέλετε να εντυπωσιάσετε.
Έχω γνωρίσει πολλούς «ροκάδες» (μιας που κατηγοριοποιούμαστε
πλέον βάση μουσικών επιλογών) που είναι πολύ πιο «λαϊκοί» από δήθεν λαϊκά
φλωράκια. Έχω γνωρίσει, επίσης, πολλούς τάχα μου «λαϊκούς» που ουρλιάζουν και
χοροπηδούν σαν κατσίκια μόλις παίξει μεταλιά.
Κάπου το χάνουμε, παιδιά. Μην κατηγοριοποιείτε τους
ανθρώπους βάσει των μουσικών τους επιλογών. Δεν είναι σοβαρό κριτήριο.
Γίνε ο
άντρας που αξίζει να έχει μια γυναίκα δίπλα της. Μην πλασάρεις δηθενιά. Εσύ θα
χάσεις στο τέλος!