Στον σύγχρονο ψηφιακό κόσμο, οι ψεύτικοι ήρωες των social έχουν αποκτήσει πρωτοφανή επιρροή. Με καλογυαλισμένες εικόνες, επιτηδευμένα προφίλ και προσεκτικά χτισμένα αφηγήματα, καταφέρνουν να κερδίζουν την εμπιστοσύνη και το θαυμασμό χιλιάδων, ακόμα και εκατομμυρίων ακολούθων. Όμως πίσω από αυτήν τη λαμπερή βιτρίνα, συχνά κρύβονται αλήθειες που δε θέλουμε να δούμε. Το άρθρο αυτό εστιάζει στην επικίνδυνη δύναμη της εικόνας και πώς οι ψεύτικοι ήρωες των social γίνονται, αθέλητα, θύματα μιας κοινωνίας που λατρεύει τα είδωλα, αλλά φοβάται την πραγματικότητα.
Η αλήθεια είναι πως στριφογύριζε στο μυαλό μου όλη την εβδομάδα να γράψω ένα άρθρο για την ανθρωποφαγία.
Για το πώς κατασπαράζουμε ο ένας τη σάρκα του άλλου και κανιβαλίζουμε το πτώμα του — όχι μόνο μεταφορικά, αλλά και ψηφιακά. Πώς φτύνουμε χολή και μίσος, πώς ρίχνουμε διαδικτυακές σφαίρες σε ανθρώπους και κύκλους γύρω τους, με το «ΨΟΦΑ» να είναι το νέο motto, το νέο emoji, η νέα μόδα.
Καθώς, όμως, με πρόλαβε η επικαιρότητα, είπα να σκαλίσω μια άλλη πληγή. Εξίσου επίκαιρη. Ίσως και αιτία για την ανθρωποφαγία.
Η δύναμη της εικόνας.
Σε όλα τα tabloids παίζει το θέμα της σύλληψης του αστυνομικού με τους 300.000 followers, το παράσημο ανδρείας και τη βράβευση προσφοράς για το έργο του έναντι των κακοποιημένων γυναικών, ο οποίος βρέθηκε στην κατοχή του με ναρκωτικά κι άλλα gadgetάκια συνοδευτικά αυτών.
Κι ενώ θα περίμενε κανείς η είδηση να προκαλέσει προβληματισμό, η αντίδραση είναι συγκλονιστικά… βολική:
“Δεν γίνεται, του τα φύτεψαν.”
“Έλεγε αλήθειες, του την είχαν στημένη.”
“Αποκλείεται, είναι καλό παιδί.”
Προτού οι καλοθελητές πλακώσετε με ρόπαλα κι αλαλιάζετε ”τι λες μωρή, ξεπουλημένη”, ας φερθούμε πολιτισμένα κι ας αναρωτηθούμε… από πού προκύπτει αυτή η σιγουριά;
Η δικαιοσύνη έχει δρόμο ακόμα για ν’ αποφανθεί κι ειλικρινά όποια κι αν είναι η έκβαση, σίγουρα δεν τιμά κανέναν. Είτε είναι μέρος μιας πλεκτάνης και γίνεται βορά ένας αθώος, είτε ο ίδιος είναι μέρος του προβλήματος, το συμπέρασμα είναι ένα: Είμαστε κορόιδα!
Και το λέω με πλήρη συνείδηση! Γιατί ή επιλέξαμε ανθρώπους σαθρούς σε θέσεις πάγιες που άγονται και φέρονται κατά το δοκούν, ή γιατί κάναμε θεούς άτομα που με μια δακρύβρεχτη ιστορία, πασπαλισμένη με φαινομενικό ξεμπρόστιασμα και hero vibes μας έτριψαν τη σφουγγαρίστρα, τη βρώμικη με τα σκατά, στη μάπα μας και μάλιστα τα γλείψαμε!
Σκίζουμε τα ιμάτιά μας. Με πάθος. Με θυμό κι οργή. Με την ίδια ορμή που υπερασπιζόμαστε, με την ίδια γινόμαστε ύαινες πολέμου.
Γιατί ταυτιζόμαστε τόσο εύκολα με αγνώστους; Πώς δηλώνουμε βέβαιοι για την ηθική ενός ανθρώπου και γιατί μας είναι τόσο δυσνόητο να παραδεχτούμε πως ένας φωτεινός άνθρωπος κατά τ’ άλλα, μπορεί να έχει ταυτόχρονα κι ένα πολύ σκοτεινό κομμάτι προσωπικότητας;
Γιατί πέφτουμε απ’ τα σύννεφα όταν ακούμε ότι ένας «διάσημος» έχει κάνει φρικτά πράγματα;
Ή γιατί αρνούμαστε να πιστέψουμε πως ένας ιερέας μπορεί το πρωί να κοινωνεί και το βράδυ να ασελγεί;
Ίσως γιατί μάθαμε να λατρεύουμε τις εικόνες, όχι την αλήθεια.
Και οι εικόνες, ειδικά όταν κολακεύουν τα μάτια και την παραμύθα μας, είναι ανίκητες.
Η εικόνα υπνωτίζει και το κακό με τα social είναι πως μπορείς να φτιάξεις όποιο αφήγημα θες και να το περάσεις για ευαγγέλιο, χτίζοντας το προφίλ που επιθυμείς για τον εαυτό σου. Λίγο να έχεις πιάσει τον ρυθμό του κοινού, λίγο να είσαι κομματάκι ξύπνιος στην απόδοση, και εγένετο φως!
Από όποιον τομέα και να το πιάσεις, είτε από πολιτική, είτε από influencers, είτε από δημοσιογραφία, ο κόσμος γουστάρει να καταπίνει αυτό που του σερβίρεις κι ας το έχεις ζεστάνει σε φούρνο μικροκυμάτων. Αρκεί να είναι κοντά στο πώς ονειρεύεται την ελπίδα και ν’ ανήκει είτε σ’ ένα σύνολο ή σε μια ομάδα γύρω από ένα πρόσωπο.
Το ψυχολογικό πείραμα του Solomon Asch –όπως και τόσα παρόμοια– κατέδειξε ότι ακόμη και μπροστά στα μάτια μας, η πραγματικότητα μπορεί να παραμορφωθεί όταν η ομάδα δείχνει να συμφωνεί σε κάτι άλλο.
Συμμορφωνόμαστε με την πλειοψηφία, ακόμη κι αν αυτή η πλειοψηφία μας σερβίρει μια στρεβλή εκδοχή της αλήθειας.
Γιατί τελικά, δεν πιστεύουμε αυτό που βλέπουμε – βλέπουμε αυτό που πιστεύουμε. Και αν αυτός ο κάποιος, όπως ο συγκεκριμένος αστυνομικός, έχει καλλιεργήσει μια δημόσια εικόνα «καλού παιδιού», ήρωα, προστάτη των θυμάτων, τότε είμαστε έτοιμοι να αμφισβητήσουμε την πραγματικότητα για να προστατεύσουμε την εικόνα που ήδη έχουμε υιοθετήσει.
Η εικόνα του είναι η ομάδα μας. Κι όποιος τολμήσει να την αμφισβητήσει, απειλεί όχι αυτόν, αλλά εμάς.
Ζούμε με κουτάκια και στεγανά. Ζούμε με τίτλους που εξιδανικεύουμε. Ας μην γελιόμαστε! Η ταύτισή μας με τους ανθρώπους-σύμβολα, πάνω στους οποίους εναποθέτουμε τις αξίες μας, τον τρόπο που θέλουμε να υπάρχει ο κόσμος, μας καθιστά τυφλούς ακόλουθους μιας ψευδαίσθησης. Μέσα σε αυτή δεν χωράνε οι αντιφάσεις κι η πολυπλοκότητα που μπορεί να κρύβει ένας άνθρωπος. Προτιμάμε τη δική μας εκδοχή, την ασφαλή, την τακτοποιημένη, την απόλυτη.
Όταν η πτώση ενός τέτοιου συμβόλου ξεκινά, είναι κάτι παραπάνω από συντριπτική. Για εμάς πρώτα απ’ όλα. Γιατί όσα πράγματα θαυμάσαμε, εξήραμε, εναποθέσαμε και υποστηρίξαμε, τα βλέπουμε να πέφτουν σαν γυάλινα ντόμινο το ένα πίσω από το άλλο, αφήνοντάς μας κάπως γυμνούς και μετέωρους. Κι ο άνθρωπος νιώθει άβολα όταν ξεβρακώνεται. Κι όταν ξεβρακώνεται βγάζει νύχια. Κι ας μην είναι ο άμεσα αποκαθηλούμενος.
Δε βγάζεις απαραίτητα δόντια εναντίον του «ενόχου», αλλά προς υπεράσπιση του εαυτού σου. Για να μη θεωρηθείς θύμα, κουτός ή ονειροπόλος, καθώς ξαφνικά νιώθεις απειλή απέναντί σου. Το κυρίως πρόβλημα εκεί ξεκινάει. Μαζί με την ανθρωποφαγία. Δεν έχεις την ωριμότητα να διαχειριστείς ομαλά αυτή την αλλαγή συνθήκης και να παραδεχτείς πως βιάστηκες ή έκανες λάθος.
Οι τηλεοπτικοί stars, οι ψηφιακές περσόνες, οι wanna-be άνθρωποι που «αλλάζουν τον κόσμο», πάνω σε αυτό το δίπολο πλουτίζουν και πολλαπλασιάζουν τις εισροές τους. Όσο ελαφροί κι αν φαίνονται, μας ζυγίζουν πολύ καλύτερα από όσο κάνουμε εμείς για τους εαυτούς μας. Οι love to hate τακτικές είναι το μυστικό όπλο στη φαρέτρα τους.
Σε μια κουβέντα με έναν ψυχίατρο, μου είπε κάτι που μου κόλλησε στο μυαλό:« Η τηλεόραση είναι γεμάτη νάρκισσους — αψεγάδιαστους, στημένους, εξωραϊσμένους. Και ξέρεις γιατί ο κόσμος κολλάει σε αυτούς; Γιατί μέσα μας όλοι κρύβουμε έναν τοξικό ναρκισσισμό, κι αυτοί οι θλιβεροί καθρέφτες τον ξυπνούν με το σωστό «trigger». Όταν το καταλάβεις, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να πατήσεις το «off» και να ανοίξεις ένα βιβλίο — γιατί αν μείνεις να παρακολουθείς, έχεις κάνει την πρώτη υποχώρηση στην κριτική σου ικανότητα».
Στο τέλος της ημέρας, δεν έχει σημασία η μπέρτα που φοράει ο ήρωας. Σημασία έχει το πόσο εύκολα παραδίδουμε το κριτήριο και τη συνείδησή μας στο βωμό της εικόνας που πιστεύουμε. Το πόσο γρήγορα γινόμαστε μέρος του κυκλώνα της ανθρωποφαγίας, υπερασπιζόμενοι ψευδαισθήσεις και είδωλα από θρύψαλα.
Ας κλείσουμε το φως της βιτρίνας και ν’ ανάψουμε εκείνο της αλήθειας. Το ενοχλητικό, το άβολο. Αντί να ψάχνουμε ήρωες και να τους πλάθουμε εικονικά, ας τους φτιάξουμε από τη δική μας θέση και την καλή πράξη της ημέρας.
Κι ας θυμόμαστε πως ό,τι λάμπει δεν είναι πάντα χρυσός. Καμιά φορά είναι σάπιο σοκολατάκι με αλουμινένιο περιτύλιγμα!