«Είπες θα φύγεις. Άφησέ την
λοιπόν, γιατί είσαι ακόμα εδώ;
Τι, επειδή δεν εμφανίζεσαι κάθε
μέρα νομίζεις πως δεν την πονάς;
Επειδή δε χτυπάει στο κινητό της
ο αριθμός σου νομίζεις πως λύθηκε το πρόβλημα;
Άφησε την. Φύγε από τη ζωή της.
Πάλευε πολύ καιρό να σε ξεχάσει.
Να προχωρήσει. Και τα κατάφερε. Περνάει καλά, είναι χαρούμενη. Λιγότερο ανασφαλής και περισσότερο
ευτυχισμένη. Χαμογελάει
συχνά. Και το κάνει από την καρδιά της.
Νιώθη υπερήφανη γι αυτό που
είναι. Αγκαλιάζει
τις ατέλειές της και συνάμα προσπαθεί να βελτιώσει ό,τι τη χαλάει. Δε φοβάται πια μη φανεί παιδί στα
μάτια σου. Δε φοβάται να
κλάψει, να τρέξει στην αγκαλιά μου όταν νιώθει άσχημα. Δε φοβάται να μου
εκμυστηρευτεί τους βαθύτερους φόβους της. Δε νιώθει μόνη.
Είναι καλά. Ασχολείται με τον
εαυτό της, τον φροντίζει. Έμαθε να τον αγαπά. Κάνει
αυτό που αγαπά κι εσύ τόσο καιρό της το στερούσες. Σταμάτησε να κλαίει στο
άκουσμα κάποιων τραγουδιών. Σταμάτησε να κατσουφιάζει με το αντίκρισμα εκείνου
του πάρκου που είχατε βγάλει την πρώτη σας φωτογραφία.
Τα βράδια δεν ξενυχτάει
κλαίγοντας κοιτάζοντας φωτογραφίες σας. Δεν αναπολεί στιγμές σας, δεν εύχεται
να γυρίσει πίσω το χρόνο και να διορθώσει όσα λάθη έκανε. Κοιμάται ήσυχη, κάνει
όνειρα, ελπίζει.
Δεν κοιμάται μόνη. Την κρατάω αγκαλιά κι εκείνη
κουλουριάζεται σαν μωρό και, σε αντίθεση μ’ εσένα, εγώ την απολαμβάνω. Απολαμβάνω κάθε στιγμή που μου
χαρίζει, κάθε μυρωδιά από το σώμα της, κάθε χαμόγελό της.
Της λέω πόσο όμορφη είναι, της
χαϊδεύω τα μαλλιά όταν είναι κουρασμένη και θέλει να χαλαρώσει. Τη φροντίζω. Της δίνω χρόνο και πάνω απ’ όλα
χώρο.
Προσπάθησε πολύ να σε ξεχάσει.
Όταν τη γνώρισα, μόνο για σενα μου μιλούσε. Τι έκανες, πώς το έκανες, γιατί το έκανες.
Πόσο όμορφα της φερόσουν μα και πόσο πολύ την έκανες να κλαίει. Πώς είναι τα
μαλλιά σου, πόσο αφοπλιστικό είναι το βλέμμα σου, πόσο ωραία φιλάς.
Θα μου πεις «κι εσύ άκουγες όλα
αυτά και παρ’ όλα αυτά επέλεξες να είσαι μαζί της;». Ναι, γιατί τη νοιαζόμουν. Γιατί
ήθελα να της εξηγήσω πόσα αξίζει. Να
την κάνω να το καταλάβει. Να της δείξω πως υπάρχει ζωή μετά από εσένα και
άνθρωποι που τη χρειάζονται στη ζωή τους. Που της φέρονται πραγματικά όμορφα
έναντι κάποιων άλλων που πίσω από κάθε όμορφη πράξη που κάνουν ή μιας όμορφης
κουβέντας που θα πουν υποβόσκουν δεκάδες πράξεις που την πληγώνουν.
Νόμιζε πως ο έρωτας είναι δάκρυα.
Πως πρέπει να σε πονά και να σε βασανίζει. Έτσι έμαθε βλέπεις. Έμαθε μία να γελά και δέκα
να μαραζώνει. Ήθελα να της δείξω, λοιπόν, πόσο λάθος κάνει. Και το έκανα, πάλεψα να την κάνω να
καταλάβει, μα τα κατάφερα. Λοιπόν εσύ τι γυρεύεις τώρα;
Κράτα τη ζωή σου, τις επιλογές
σου και πορέψου μ’ αυτές. Μην την πονάς άλλο. Μην εμφανίζεσαι από το πουθενά
για να ρωτήσεις ένα ηλίθιο «τι κάνεις;». Σταμάτα να τη στοιχειώνεις. Το χθες πέρασε και πήρε μαζί του κι
εσένα, ανήκεις στο παρελθόν της και δεν έχεις κανένα δικαίωμα να στοιχειώνεις
το παρόν και το μέλλον της.
Δε θα σε διώξει εκείνη γιατί,
καταβάθος, δεν έπαψε ποτέ να σ’ αγαπάει. Αλλά ξέρω πως δε θέλει να γυρίσει πίσω
σ’ εσένα. Κουράστηκε.
Κάθε φορά που επιστρέφεις όμως,
την αναστατώνεις. Την κάνεις να σκέφτεται τι θα μπορούσε να είχε κάνει αλλιώς. Την κάνεις να νιώθει τύψεις που δε
μου είπε πως πάλι της έστειλες. Την
κάνεις να φέρεται αγχωμένα. Την κάνεις να αγωνιά κάθε φορά που κάποιος την
καλεί με απόκρυψη μην τυχόν και είσαι εσύ και δε θα ξέρει πώς ν’ αντιδράσει και
τι να πει.
Όλα αυτά γιατί; Για να καλύψεις τον εγωισμό σου και
να τον τροφοδοτήσεις με επιβεβαίωση πως δε σε ξεπέρασε ποτέ; Το ξέρεις ότι σ’
αγαπάει ακόμα. Το ξέρει κι ίδια και, πάνω απ’ όλα, ξέρω κι εγώ πως κι
εκείνη νιώθει το ίδιο. Μου το είπε τις προάλλες που σε είδε. Μου εξήγησε πώς ένιωσε.
Τι άλλο ψάχνεις λοιπόν; Αφού δε
τη θέλεις στη ζωή σου, γιατί τι βασανίζεις; Αξίζει
να της γαμάς καθημερινά την ψυχολογία για να γεμίσεις τα δικά σου κενά; Είναι
που την αγαπάς, βλέπεις, και θέλεις το καλό της και να είναι ευτυχισμένη ακόμα
και μακριά σου. Παπαριές. Τέτοιοι
είστε ορισμένοι και χαλάτε την «πιάτσα».
Και να σου πω και κάτι, ρε
μεγάλε; Η ανθρώπινη καρδιά δεν
είναι από μέταλλο. Ραγίζει, πληγώνεται, σπάει. Δεν το καταλαβαίνεις;
Φύγε. Άφησέ την να ζήσει. Είτε
μαζί μου είτε με όποιον εκείνη νιώθει καλά. Μα
πάνω απ’ όλα μακριά από εσένα. Ξέρει
να προσέχει τον εαυτό της μα είσαι η μεγαλύτερή της αδυναμία.
Ασ’ την να ζήσει και μην την
ξαναενοχλήσεις. Αν πραγματικά νοιάζεσαι γι αυτήν, θα το κάνεις. Άφησε την αυτή
τη φορά να βάλει μια τελεία χωρίς να σκοντάψει και ν’ αποφασίσει να το κάνει
κόμμα ξανά. Δεν της αξίζει.»