Ήθελα τα πράγματα να είναι ξεκάθαρα μεταξύ μας, να ξέρω
τι θες. Θυμάμαι ήμασταν αγκαλιά, ραντεβού στο αγαπημένο μας στέκι. Εσύ με το
καθιερωμένο τζιν τόνικ κι εγώ κλασικά με τη μπίρα στο χέρι. Γούσταρα κάθε
δευτερόλεπτο.
Δεν πιέσαμε καταστάσεις, όλα ήρθαν από μόνα τους.
Συναισθήματα, έρωτας, πάθος, δάκρυα, αλκοόλ, καπνός. Εγώ κομμάτια κι εσύ στα
αρχίδια σου. Έχτισα γαλαξίες μέσα μου για σένα, τους έκανες σούπερ νόβα και
τώρα έμεινε μόνο λίγη αστερόσκονη να λερώνει τ᾽ άπειρο.
Ήθελα πάντα να μάθω πώς έβλεπες αυτό που είχαμε αλλά
πιθανότατα να μη μάθω ποτέ. Δε δίνω δεκάρα που βιάστηκα να σε βάλω στο κρεβάτι
μου. Αυτό που μου τη δίνει περισσότερο είναι πως παρασύρθηκα απ᾽ την ξαφνική
ευτυχία. Σου πάσαρα τα τραπουλόχαρτα που είχα στο χέρι και άξιζαν εκατομμύρια
και τα έπαιξες για μερικές δεκάρες.
Να τα χέσω τα βράδια που περάσαμε μαζί. Τα πρωινά που
ξυπνούσα στην αγκαλιά σου. Τι να τα κάνω όταν για σένα ήταν απλά μία σάρκα,
κουβάρι σε μερικά τσαλακωμένα σεντόνια!
Δεν είχες τα αρχίδια να έρθεις να μου το πεις κατάμουτρα.
Άφησες φίλους και γνωστούς να μου το ανακοινώσουν. Εξαφανίστηκες κι όταν πέσαμε
ο ένας πάνω στον άλλον, προσπέρασες σαν να ήμασταν ξένοι.
Ήρθες, πήρες ό,τι ήθελες και την κοπάνισες όταν είδες πως
βλέπαμε τα πράγματα από διαφορετική οπτική γωνία.
Δεν άντεξα την κατάσταση για πολύ. Σου τράβηξα ένα
χαστούκι μέσα στο ίδιο μπαρ που ήμασταν αγκαλιά λίγο καιρό πριν. Αντίποινα;
Μπορεί. Ίσως ήταν κι εκδίκηση για το ξεφτιλίκι. Αν κάπνιζες θα σου ζήταγα και
τσιγάρο, αφού μας πήδηξες που μας πήδηξες.
Το χάρηκα, δε θα σου πω ψέματα. Ποτέ όμως η εκδίκηση δεν
έκλεισε κανενός τις πληγές. Όταν λοιπόν μου πέρασε η κάψα και ξαλάφρωσε το χέρι
μου, δεν έπαψα να νοιάζομαι για σένα. Ήμουν όπως και πριν.
Φουλ στ᾽ αναπάντητα ερωτήματα και με το στομάχι στα
πόδια.
Στο Youtube παίζει μόνιμα στο repeat το «Χαμένες Αγάπες»
του Παπακωνσταντίνου, πάντα στη διαπασών. Χαμένη αγάπη δεν ήταν έτσι κι αλλιώς;
Σκόρπισα λίγη σάρκα και κατάπια δυο-τρία «σ᾽ αγαπώ» που είχα σκοπό να σου πω
στο μέλλον και τα κρατούσα για την ώρα που έπρεπε να τα ξεστομίσω.
Φταίω κι εγώ μωρό μου, δεν έχεις μόνο εσύ ευθύνες. Ποτέ
δε φταίει μόνο ο ένας. Ίσως σου έδειξα περισσότερα απ᾽ όσα έπρεπε. Σε τρόμαξα,
έτσι δεν είναι; Δε σε κατηγορώ κι εγώ θα τρόμαζα. Η διαφορά μας είναι πως θα
σου το έλεγα. Δε θα έφευγα μ᾽ ελαφρά πηδηματάκια και δε θα άφηνα τους άλλους να
ξεκαθαρίσουν την κατάσταση.
Σου είχα πει πως φοβόμουν μη σε χάσω. Όχι επειδή ήσουν ο
τέλειος ή επειδή αυτό που είχαμε ήταν τέλειο. Με έκανες να νιώσω έτσι. Κάτι δεν
πήγαινε καλά. Είχα τρομοκρατηθεί στην ιδέα πως όλα όσα μοιραζόμασταν ήταν
φτηνές δικαιολογίες για να με ρίξεις.
Πόνεσε πολύ όταν επιβεβαιώθηκαν οι φόβοι μου. Η καρδιά
έπεσε στα γόνατα και με έπεισε πως δε θα μπορέσω να συνεχίσω.
Η αλήθεια είναι, όμως, πως μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα.
Δε σταμάτησα να χαμογελάω, να φλερτάρω, να είμαι ο εαυτός
μου και ούτε πρόκειται. Όπως επίσης δε θα σταματήσω να σε κοιτάω απ᾽ την άκρη
του μπαρ και να θυμάμαι όλα όσα έζησα μαζί σου κι όλα όσα θα μπορούσαμε να
ζήσουμε παρέα. Αν υπολόγιζες στη ζωή σου και κάποιον άλλον πέρα από τον εαυτό
σου.
Μπορεί να μην είχες την τρέλα που κουβαλάω εγώ μέσα στο
κεφάλι μου. Ήσουν χαμηλών τόνων, λιγομίλητος. Κανείς δε σου έπαιρνε εύκολα
κουβέντα. Μου άρεσε πολύ αυτό. Είχες την ηρεμία που ήθελα να σκεπάζει την
ανησυχία μου.
Πάει, όμως, τώρα. Οι ώρες περνάνε και η μπίρα μου με
περιμένει. Πάω να καταπιώ τα λάθη μου και τα δικά σου μαζί.
Ελπίζω μόνο πως κάποια μέρα που θα σε πετύχω εκεί, να μη
προσπεράσεις. Να σταματήσεις και να πεις έστω ένα γεια.
Ίσα-ίσα για να ηρεμήσεις την καταιγίδα που δέρνει το
μυαλό μου.