Η κρυφή ιστορία της Έρσης Φ.
Κοιτώ την ημερομηνία και δεν μπορώ παρά να νιώσω έναν
κόμπο στο στομάχι μου. Ένα κενό που χάσκει και μπάζει αέρα.
Παράξενο πράγμα η καρδιά. Όσο και να πληγώνεται, όσο και
να πεισμώνει, δε σβήνει, δε διαγράφει. Ούτε ξεχνά. Απλά κουκουλώνει με σεντόνι
αυτά που μας πονούν περισσότερο.
Ανώφελο. Πάντα φυσάει. Πάντα το σεντόνι το παίρνει και το
σέρνει ο αέρας. Έτσι ξεσκέπαστη έχει κι η δική μου και δεν έχω με τίποτα να την
τυλίξω.
Στην αγάπη δεν υπάρχει κουρέλι να ντυθείς. Είσαι γυμνός
απέναντι στο απροσδόκητο και τʼ άγνωστο. Όμως, είπα πως αυτή τη φορά θα είναι
διαφορετικά. Μʼ ατσάλι θα έντυνα την καρδιά, ψυχρό τείχος θα ύψωνα γύρω της να
μη νιώθει. Κι όταν θα πήγαινα να κλάψω θα γυρνούσα απʼ την άλλη και θα σκούπιζα
τα δάκρυα, πριν προλάβουν να κυλήσουν.
Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως αυτή τη φορά δε θα πέσω, δε
θα μʼ αφήσω να σκιστώ πάνω στον φράχτη σου. Πως θα σφίξω τη καρδιά γερά πάνω
μου και θα της κλείσω το στόμα να μη φωνάζει, να μη τη δεις να βήχει αναμνήσεις
και νοσταλγία.
Παράξενο πράγμα η καρδιά στο είπα και πιο πάνω. Συντηρεί
τη μνήμη των πραγμάτων, ακόμη κι αυτών που θέλουμε να ξεχάσουμε. Αυτό ήθελα
εξάλλου. Να ξεχάσω τα πάντα, σαν να μην υπήρξες.
Αρκεί, όμως, μία εικόνα, μία μυρωδιά, ένα μέρος για να σε
φέρει πάλι πίσω και να στοιχειώσει το μυαλό μου.
Υπάρχεις παντού χωρίς να το θέλω. Μέσα στον αέρα που
αναπνέω, μέσα στους ήρωες των βιβλίων, μέσα στους στίχους ενός τραγουδιού, πίσω
απʼ τις λέξεις μου που γεμίζουν σελίδες τετραδίων.
Πάντα εκεί. Διαρκώς.
Κι όσο σε διώχνω, σαν κακόγουστο αστείο γυρνάς πίσω πιο
δυναμικά. Δεν έχω κουμπί διαγραφής. Μακάρι να είχα. Θα είχα γλιτώσει τον εαυτό
μου από πολλές απογοητεύσεις κι από δυσάρεστες θύμησες. Θα ήμουν ήρεμη και θα
συνέχιζα τη φυσιολογική ροή της ζωής μου, γιατί απλά δε θα είχες κάνει ποτέ
στάση στον δικό μου σταθμό.
Αγαπούν οι άνθρωποι κι αυτή είναι η μεγαλύτερή τους
αδυναμία. Κι όσο κι αν δε θέλω να βλέπω την εικόνα σου, όση αποστροφή κι αν μου
προκαλούν τα λόγια σου, όσο μισώ την ίδια την ύπαρξή σου στη ζωή μου άλλο τόσο
σ’ αγαπώ.
Ας έλεγα στον εαυτό μου πως δεν ήσουν παρά κάτι επιπόλαιο,
κάτι φευγαλέο κι ασήμαντο και πως στο κάτω-κάτω δεν ένιωσα τίποτα για σένα.
Ψέματα πίσω απʼ τα οποία δε μπορούσα να κρυφτώ ούτε να τα πιστέψω.
Το μαρτυρούν τα βράδια που δεν μπορώ να κοιμηθώ, που δεν μπορώ να φάω, που δε θέλω να βγω.
Το ήξερα πως με κορόιδευα απʼ τις ατέλειωτες ώρες που
περνούσα διαβάζοντας, γράφοντας κι ακούγοντας τραγούδια που σε θύμιζαν. Έλεγα
δικαιολογίες πως όλα γίνονται βάση δικών μου επιλογών.
Μισώ που το λέω αλλά δεν ήταν ποτέ έτσι .Δε θα γυρίσω
πίσω να κοιτάξω, αλλά αυτό δεν εμποδίζει το μυαλό μου να γυρνά σε σένα.
Όταν σε γνώρισα, ήμουν γεμάτη πληγές που μόλις είχαν
αρχίσει να κλείνουν. Μʼ ανασφάλειες, φοβίες γεμάτη κι έναν έρωτα σμπαραλιασμένο
στα χέρια.
Παρόλα αυτά σʼ εμπιστεύτηκα και σου είπα μόνο «να με
προσέχεις». Χαμογέλασες κι υποσχέθηκες πως θα με φυλάξεις σε βελουδένιο κουτί
για να μη πάθω τίποτα κακό. Μʼ αγκάλιασες με την υπόσχεση πως θα είμαι ασφαλής
κοντά σου.
Έτσι έλεγες και μ’ έκανες να το πιστεύω. Μέχρι που μια
μέρα μπήκα στο δωμάτιο και σε βρήκα να σπας σε κομμάτια το κουτί που μ’ είχες
φυλαγμένη. Είπες πως δεν είναι αυτό που νομίζω. Ηλίθια δικαιολογία για κάτι
τόσο προφανές.
Έφυγα. Αποφάσισα να μείνω μόνη μου γιατί δεν μπορούσα να
σε πιστέψω. Όσο και να ήθελα τα βράδια να κουλουριάζομαι σαν μωρό στην αγκαλιά
σου, η κρυφή πλευρά σου που είχα δει με τρόμαζε και κρατούσε τα πόδια μου γερά
καρφωμένα κάτω.
Έπνιξα τις επιθυμίες μου. Ο έρωτας είναι κακός σύμβουλος
κι εύκολα σε παρασύρει. Δε σου είχα πια εμπιστοσύνη κι αυτό που είχαμε, ήξερα
πως δε θα ήταν ποτέ το ίδιο.
Ας ήμουν παιδί της καρδιάς. Επέλεξα να βαδίσω το δρόμο
της λογικής· πιο δύσκολος αλλά, τουλάχιστον, ασφαλέστερος απʼ τον δικό σου. Φορτώθηκα
στην πλάτη μου όσα μοιράστηκα μαζί σου κι ετοιμάστηκα να τα πετάξω στην πρώτη
στροφή του δρόμου.
Τα λόγια πάντα πιο εύκολα από τις πράξεις, να το ξέρεις. Είχα
το κουράγιο να σηκώσω τον σάκο από πάνω μου, αλλά δεν μπόρεσα να τον ρίξω στον
κάδο. Έμεινα εκεί στη στροφή του δρόμου να κλαίω μʼ αναφιλητά που δε βρήκα μια
εύκολη αγάπη να μʼ ελαφρύνει από το βάρος της.
Παρακαλάμε για ένα κουμπί rewind. Ένα μαγικό που θα γυρίσει τον χρόνο
πίσω και θα μας δώσει τη δυνατότητα να διορθώσουμε τις λάθος κινήσεις.
«Αηδίες. Ο χρόνος έγινε για να κυλάει, οι έρωτες για να
τελειώνουν».
Καμία μεγάλη αγάπη δεν υπήρξε μονόπλευρη. Μου πήρε χρόνια
για να το καταλάβω. Τα κατάφερα, όμως.
Επέλεξα να σηκωθώ και να κουβαλήσω στις πλάτες
μου ένα φορτίο πιο βαρύ. Αυτό της αξιοπρέπειάς μου.