Πάντα θαύμαζα τους ανθρώπους με βαθιά,
ακλόνητη πίστη. Πίστη σε έναν Θεό πατέρα παντοκράτορα, στο σύμπαν, στη μοίρα,
στην τύχη ή, ακόμα, στον ανώτερο εαυτό τους.
Δεν υπήρξα ποτέ ένας από αυτούς.
Με τον Θεό είχα πάντα μια σχέση, ας πούμε, καλής συγκατοίκησης. Ήμουν μια
πιστή, μη-θρησκευόμενη. Πίστευα, παρότι αμφισβητούσα μεγάλο κομμάτι της έκφανσης
της θρησκευτικότητας κι ήταν σαν να είχαμε κάνει, ο Θεός κι εγώ, μια καλή
συμφωνία: εγώ ζούσα με καθαρή καρδιά κι εκείνος με προστάτευε. Και έτσι γινόταν.
Μέχρι τον Μάιο του 2009 όταν,
ανήμερα των γενεθλίων του και μια μέρα πριν τη γιορτή του, ο πατέρας μου
διαγνώστηκε με καρκίνο. Μʾ έναν καρκίνο που του έδινε από έξι μήνες έως 2
χρόνια ζωής.
Έγινα έξαλλη. Έξαλλη! Θυμάμαι πως μπήκα σε μία εκκλησία,
την πρώτη που βρήκα μπροστά μου τότε, στάθηκα μπροστά στο ιερό και είπα «Εσύ κι
εγώ τελειώσαμε». Και το
εννοούσα.
Και μετά, με πήρε ο διάολος. Ό,τι
ήξερα ως δεδομένο μέχρι τότε άρχισε να γκρεμίζεται, το ένα μετά το άλλο. Η οργή
έμεινε στην καρδιά μου και πέτρωσε, ενώ ξαφνικά δεν υπήρχε τίποτα και κανείς να
κρατηθώ. Σκλήρυνα κι ήμουν μόνο εγώ κι ο εαυτός μου να παλέψουμε το χάος που
είχε ανοιχτεί σε κάθε επίπεδο.
Έπρεπε να τα ανακαλύψω όλα απʾ
την αρχή.
Δεν θέλω να πω ότι ο Θεός που
πίστευα μέχρι τότε με εγκατέλειψε. Στην πραγματικότητα εγώ εγκατέλειψα τον
εαυτό μου και τον άφησα να πνιγεί στʾ αρνητικά συναισθήματα και στην αίσθηση
της εσωτερικής μοναξιάς και του αβοήθητου.
Η πίστη είναι ένα από τα πιο
σημαντικά κεφάλαια στη ζωή του ανθρώπου, αν όχι το πιο σημαντικό. Η σημασία του
έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί μια ανεξάντλητη πηγή δύναμης καθ’ όλη τη
διάρκεια της ζωής ανεξαρτήτως συνθηκών, προσώπων, επιλογών.
Η πίστη δίνει την πεποίθηση πως δεν
είσαι μόνος, πως ό,τι κι αν συμβεί, εκείνη η ανώτερη δύναμη που εσύ έχεις
ονομάσει κάπως -δεν έχει σημασία σε τι πιστεύεις- θα σου δίνει δύναμη, λύσεις,
ευκαιρίες, ένα χέρι να κρατηθείς στην πιο δύσκολη στιγμή σου.
Αρκεί να κλείσεις τα μάτια και να
την επικαλεστείς. Αρκεί νʾ αφεθείς στη δύναμή της. Αρκεί να νιώσεις ότι αφού έχεις
εξαντλήσει τις δυνάμεις σου κάποιος, επιτέλους, θα πάρει το βάρος από πάνω σου
και την ευθύνη της λύσης.
Στην αρχαιότητα, γιʾ αυτόν
ακριβώς τον λόγο, υπήρχε ο «από μηχανής» θεός. Εκείνος που έδινε την τελική
λύση στο δράμα, όταν κάθε ελπίδα είχε χαθεί και το αδιέξοδο ήταν προφανές. Η
ανάγκη αυτή του ανθρώπου είναι που οδήγησε στη δημιουργία της θρησκείας, σε
κάθε της μορφή, ανά τους αιώνες.
Τι συμβαίνει, όμως, όταν ένα άτομο στην πορεία της ζωής του
χάσει την πίστη του;
Υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν πως
η αμφισβήτηση δεν είναι απώλεια της πίστης αλλά μέρος της. Αυτό που λέμε πως «πρέπει
να χάσεις τον εαυτό σου για να μπορέσεις να τον ξαναβρείς». Και είναι έτσι
ακριβώς.
Γιατί, διαβαίνοντας εκείνο το
μονοπάτι που έχεις χάσει την πίστη σου κι είσαι απολύτως μόνος σου, αναγκάζεσαι
να δεις ποιος πραγματικά είσαι. Ποια είναι τα ποιοτικά σου χαρακτηριστικά, οι
δικές σου δυνάμεις, οι αδυναμίες κι οι αγκυλώσεις σου.
Καμιά φορά αυτό που βλέπεις δε
σου αρέσει και τότε είναι που αναγκάζεσαι να επιλέξεις ποιο δρόμο θʾ
ακολουθήσεις: αυτόν της προσωπικής ανάπτυξης ή τον άλλον της παραίτησης; Πολύ
συχνά, όμως, ακόμη κι ο δρόμος της παραίτησης μπορεί να σε οδηγήσει σε πολύ
φωτεινά μονοπάτια..
Κάπου εκεί, όταν πλέον έχεις
κουραστεί να μάχεσαι μόνος σου, είναι που η πίστη σε ξαναβρίσκει. Γιατί η πίστη είναι αυτή που
έρχεται σε σένα αυτή τη φορά. Μόνο
που τώρα δεν είσαι ο ίδιος. Είσαι πιο πονεμένος, πιο ταλαιπωρημένος, πιο σοφός,
πιο υπομονετικός και πιο έτοιμος να τη συναντήσεις. Έρχεται στη ζωή σου με τη
μορφή ανθρώπων που αποτελούν τα σκαλοπάτια για να ξαναβρείς τον χαμένο μίτο,
αλλά αυτή τη φορά συνειδητά και με εμπιστοσύνη.
Μοιάζει σαν να σου λένε
«εμπιστέψου και θα δεις τι θα συμβεί». Αν κάνεις εκείνο το πρώτο βήμα θα διαπιστώσεις
πως μικρά ή μεγαλύτερα θαύματα θʾ αρχίσουν να συμβαίνουν.
Η ζωή σου αρχίζει να φωτίζεται
από μικρές, χρωματιστές πινελιές που γίνονται όλο και πιο φωτεινές, όσο εσύ
αφήνεσαι στη ροή, όσο βαθαίνει μέσα σου η πεποίθηση πως ό,τι γίνεται είναι μόνο
για καλό, όσο δύσκολο κι αν μοιάζει τώρα.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ύπαρξή
σου να κυλά σαν το νερό. Τι κάνει το νερό όταν συναντήσει ένα βράχο; Απλά
αλλάζει τη ροή του και περνάει από δίπλα, δεν προσπαθεί να τσακίσει τον βράχο
για να περάσει από πάνω του, ούτε μοιρολογεί για το εμπόδιο που του έτυχε.
Αυτό κάνει η πίστη στον άνθρωπο:
του δίνει τη δύναμη και τη σοφία να δέχεται τα εμπόδια σαν φυσικά και να μην
παλεύει με πράγματα απάλευτα. Να βρίσκει λύσεις χωρίς πόνο και μοιρολατρία. Του
δίνει τη βαθιά ανακούφιση ότι υπάρχει και κάποια άλλη δύναμη, πέρα και πάνω απ’
αυτόν, που θα αναλάβει όταν έρθει το αδιέξοδο.
Γιατί τώρα ξέρει πως η ζωή χωρίς
πίστη δε φωτίζεται απʾ τη λάμψη ενός θαύματος που πηγάζει καθημερινά πέρα απʾ
την αντίληψή μας (Χ. Νταγκ). Γιατί
τώρα ξέρει ότι δεν είναι μόνος του. Και ότι, στην πραγματικότητα, ποτέ δεν ήταν.