Περασμένες έντεκα. Φώτα κλειστά.
Όπως τα στόματα.
Πόρτα ανοιχτή. Σαν την καρδιά
πριν πληγωθεί.
Το κρύο μπαίνει μες το δωμάτιο,
μα δεν περίμενα αυτό για να μουδιάσω. Αυτό απλά με επαναφέρει στην
πραγματικότητα. Η ψύχρα των ανθρώπων είναι χειρότερη, πιο επώδυνη. Διαπερνά
άμυνες, παγώνει σχέσεις, και μουδιάζει συναισθήματα, ώσπου να νιώσεις την
καρδιά σου να μπλαβίζει.
Πατάω σχεδόν μαζοχιστικά το play ν’
αρχίσει η μουσική. Θέλω όλες μας τις μελωδίες να ντύσουν την εκκωφαντική σιωπή
γύρω μου. Όχι, δε θέλω να ξεχαστώ.
Θέλω να ακούσω κάθε τραγούδι από
κάθε μας στιγμή, κάθε ανάμνηση. Έχω ανάγκη να θυμηθώ, να νοσταλγήσω, να θυμώσω,
να σπάσω, να πονέσω, να κλάψω, να ξεσπάσω. Οι στίχοι πάντα λένε πιο πολλά απ’
όσα τολμά ο καθένας μας να πει στον άλλο, κι αυτό ακριβώς είναι που με
τσακίζει. Τόσα συναισθήματα πνιγμένα σε εγωισμούς, αφήνοντας ανείπωτα όσα μας
έδεσαν κι όσα μας χώρισαν.
Θυμάμαι είχες πει πως άλλαξα. Το
αντίθετο θα ήταν περίεργο, ξέρεις. Για φαντάσου να μην είχε αλλάξει κανείς από
τους δυο μας όλα αυτά τα χρόνια. Φαντάζει σχεδόν τρομακτικό στα δικά μου μάτια!
Αδράνεια, στασιμότητα, ρουτίνα,
παγιωμένες καταστάσεις, πώς θα μπορούσαν να αποτελούν κομμάτι της ζωής μου, μου
λες; Έτσι βέβαια τα βλέπω εγώ, θα μου πεις, κι η αλήθεια είναι πως δεν κατάλαβα
ποτέ ποιες αλλαγές μου σε σόκαραν περισσότερο.
Μίλησες για extreme στιλ κι εμφάνιση, για δυναμισμό κι
αυτοπεποίθηση, για μια πιο σκληρή προσωπικότητα, για ανεξαρτησία, αυτονομία κι
εργασιομανία. Όλο αυτό που σε σένα φαντάζει υπερβολή, για μένα είναι η ζωή μου.
Είμαι εγώ η ίδια. Δεν κατάλαβα ποτέ αν αυτή η νέα εκδοχή που έβλεπες σε μένα σε
ξένισε, σε τρόμαξε, σε απώθησε, σε απομάκρυνε ή αν απλά ήταν μια καλή δικαιολογία
για τους δρόμους μας που χώρισαν.
Ξέρεις πολύ καλά πως τα
κοριτσάκια κάποτε μεγαλώνουν, γίνονται δεσποινίδες και τελικά γυναίκες που
παίρνουν τη ζωή στα χέρια τους και τη ζουν σύμφωνα με τις επιλογές και τις
επιθυμίες τους, υπεύθυνα και με όποιο κόστος. Κάποιες, λοιπόν, λαμβάνουν
αποφάσεις με σύνεση, μετά από πολλή σκέψη και ανάλυση. Ζυγίζουν τα συν και τα
πλην, κάνουν σενάρια και υπολογίζουν τις πιθανότητες.
Ορθολογισμός. Λογική. Χρήσιμα
εργαλεία. Εργαλεία που χωρίς μέτρο μπορούν να καταστρέψουν σχέσεις.
Με ποια λογική μπορείς να
κατευθύνεις το συναίσθημα; Κι εδώ που τα λέμε, γιατί να κατευθύνεις ή να
ελέγξεις το συναίσθημα;
Η αγάπη κι ο έρωτας θέλουν
καρδιά, πάθος, παρόρμηση. Τα αισθήματα μάς κατακλύζουν, ώστε να νιώθουμε
άνθρωποι. Για να τα μοιραστούμε και να έρθουμε κοντά με εκείνους που ζητά η
καρδιά μας πιο πολύ. Για να μας πνίγουν, ώστε να μάθουμε να κολυμπάμε σε
καινούρια νερά. Για να υπερβαίνουν τις αναλύσεις και να καταρρίπτουν τις
θεωρίες μας. Για να κουκουλώνουν το «εγώ», τραβώντας μας προς το «εμείς».
Για να μας θυμίζουν ότι εκτός από
εγκέφαλο, έχουμε και καρδιά την οποία συχνά δεν υπολογίζουμε. Την αφήνουμε
παραπονεμένη, πληγωμένη. Αλλάζει ο παλμός της όταν αγαπάει, όταν πονάει, «ε,
και τι έγινε» λες, θα περάσει.
Γιατρός είναι ο χρόνος βλέπεις.
Όλα περνάνε τελικά, μάτια μου. Το θέμα είναι εκείνα που επιθυμούμε πιο πολύ,
όλα εκείνα που αγαπάμε κι έχουν κερδίσει χώρο στην καρδιά μας, να τα αφήνουμε
να έχουν χώρο και στη ζωή μας. Αν όχι, δε θα φταίει κανένα κακό timing, κανένα κάρμα, κανένα σύμπαν
που συνωμοτεί εναντίον μας, παρά μόνο οι επιλογές μας.
Το κάθε «πρέπει» που βάλαμε πάνω
από κάθε «θέλω», το μυαλό που αφήσαμε να κάνει υπολογισμούς, ξεχνώντας να
υπολογίσει την καρδιά, αλλά και κάθε φευγαλέα σκέψη που παραγκώνισε την ανάγκη
μας για συντροφικότητα.
Δεν έχω ιδέα ποιος από τους δυο
μας εγκατέλειψε πρώτος την προσπάθεια. Ποιος άφησε το μυαλό να δείξει το δρόμο
μακριά από την καρδιά. Είμαστε εγώ κι εσύ. Χώρια. «Εμείς» δε γίναμε ποτέ. Μα
στο φινάλε, φίλε μου, σου βγάζω το καπέλο.
Η καρδιά μου βιβλίο κλειστό,
χωμένο σε μια σκονισμένη γωνιά. Τα συναισθήματά μου οι σελίδες του που δεν
ξεφύλλισε ποτέ κανείς. Συγχαρητήρια. Το διάβασες. Σ’ ευχαριστώ. Τις έκαψες. Μα
αντί για τις στάχτες, κρατάω τη φωτιά. Όχι άλλη ψύχρα. Πήρα το μάθημά μου.
Έκλεισε ο κύκλος.