Η ψυχική υγεία στην Ελλάδα παραμένει ταμπού. Το στίγμα γύρω από τις ψυχικές νόσους αποτρέπει πολλούς από το να ζητήσουν βοήθεια, ενώ οι δημόσιες δομές συχνά θυμίζουν φυλακές παρά θεραπευτικά κέντρα. Σε αυτό το άρθρο εξερευνούμε την αθέατη πλευρά της ψυχικής νόσου, τον εγκλεισμό και την κοινωνική αδιαφορία που πνίγει όσους υποφέρουν.
Πόσο εύκολο είναι να ομολογήσεις ότι η ψυχή σου πονά; Να ζητήσεις βοήθεια χωρίς να φοβηθείς το στίγμα; Υπάρχει επιστροφή στην κανονικότητα μετά από έναν εγκλεισμό – ή απλώς σε αφήνουν να σέρνεσαι; Και όταν ακούς λέξεις σαν «διαταραχή» ή «ψυχική νόσος», τι εικόνα σχηματίζει το μυαλό σου; Φρίκη ή αποδοχή;
Οι μισοί από εμάς σίγουρα στο άκουσμα των δύο αυτών όρων σκέφτονται κάποιον παρανοϊκό δολοφόνο με ηλεκτρικό πριόνι και τρέχουν να ξεφύγουν. Οι άλλοι μισοί πετούν ένα «τρελός» απαξιωτικά και γυρνούν αδιάφορα την πλάτη.
Κάτι η παραπληροφόρηση του σινεμά, λίγο ο μπάρμπας σου που οποιονδήποτε διαφορετικό τον κατηγοριοποιούσε ως ζαβό, λίγο ο οχετός της δημοσιογραφίας που σε κάθε φονικό που συμβαίνει, αναφέρει με bold: «Ο δράστης φαίνεται να έπασχε από ψυχικό νόσημα»… και ιδού η ελληνική πραγματικότητα!
Εκτός αν είσαι διάσημος, όπως σε γνωστό, πρόσφατο παράδειγμα, όπου κάθε πικραμένος σήκωσε μια ανάρτηση συμπαράστασης και ζητούσε μάλιστα σεβασμό για την κατάσταση και διακριτικότητα.
Γιατί βλέπεις, αλλιώς είναι να καταρρέουν συναισθηματικά αυτοί που έχεις εξιδανικεύσει κι αλλιώς είναι να γκρεμίζεται εκείνο το παιδί που βλέπεις κάθε πρωί, χαμένο στις σκέψεις του, να μετρά για ώρες τα κόκκινα αμάξια που περνούν στον δρόμο.
Εκεί φροντίζεις να εξαντλείς όλη σου τη σκληρότητα, την κουτσομπολίστικη διάθεση, την αυτάρεσκη τοποθέτησή σου πως η ζωή είναι σκληρή και δεν είναι για φλούφληδες, να τον κατηγορείς ως πρεζόνι, ως αποτυχημένο και να τον φτύνεις με τη συμπεριφορά σου ως ένα φάντασμα που κακώς υπάρχει.
Ναι, εκεί δεν είσαι τόσο στοργικός και μεγαλόκαρδος κι η ανθρωπιά σου τελειώνει με ένα «φύγε, ρε τρελέ από εδώ, μη σου γ@μ7σω». Συγχαρητήρια, κέρδισες το βραβείο του μαλάκα της χρονιάς και θα σε στέψουμε με μια περικεφαλαία!
Όσο εσύ παίζεις κομπολογάκι ανάμεσα σε ταμπέλες και στερεότυπα -και μάλιστα διασκεδάζεις-, ένας άνθρωπος, που δεν έχει το σταριλίκι να τον προστατεύει κοινωνικά, αποσυντίθεται μέρα με τη μέρα στον αόρατο εγκλεισμό που εσύ και οι όμοιοί σου φροντίζετε να καλλιεργείτε.
Γιατί στην Ελλάδα, και το τονίζω, το στίγμα είναι πιο βαρύ από την ασθένεια αυτή καθαυτή. Το στίγμα είναι αυτό που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο που πονά, να θεραπευτεί, παρά του δένει μια θηλιά στον λαιμό και του φωνάζει απειλητικά πως δεν ανήκει.
Είναι κατάντια για μια χώρα όπου το 19% αντιμετωπίζει κάποια ψυχική νόσο και με καταγεγραμμένες ετήσιες πωλήσεις 6 εκατομμυρίων γνωστών αγχολυτικών φαρμάκων, να είμαστε τόσο απαίδευτα ντουγάνια στην αποδοχή και διαχείριση της ψυχικής νόσου.
Είναι ντροπή εν έτει 2025 οι λεγόμενες θεραπευτικές μονάδες, να είναι κολαστήρια και νεκροταφεία ψυχών κι αν δεν έχεις χρήματα να πληρώσεις για μια υποτυπώδη, ανθρώπινη αντιμετώπιση στα βασικά (ένα καθαρό κρεβάτι, ένα αξιοπρεπές φαγητό, μια λιγότερο βίαιη αντιμετώπιση) να βιώνεις έναν Γολγοθά, μια σκηνή που μοιάζει βγαλμένη από θρίλερ, εγκλωβισμένος στους εφιάλτες του μυαλού σου και μην μπορώντας να ζητήσεις βοήθεια, γιατί ποιος θα σε πιστέψει;
Θα ήθελα να προκαλέσω αυτούς τους μαγκιόρους των πληκτρολογίων, να κάνουν μια βόλτα για μισή ώρα από μια τέτοια κλινική και να δουν με τα μάτια τους τι συμβαίνει! 30 λεπτά αρκούν για να βλέπεις εφιάλτες και να ψάχνεις την πόρτα της εξόδου.
Βία. Απάθεια. Άνθρωποι δεμένοι σαν τα ζώα σε κρεβάτια μέσα σε ούρα και σκατά. Άλλοι σχεδόν φυτά, προκειμένου να μπορέσει το λιγοστό προσωπικό να τα «βγάλει πέρα».
Φιλόδοξα γιατρουδάκια που κάνουν τους ασθενείς πειραματόζωα για τις διατριβές τους κι εκθέτοντάς τους σε καταστάσεις που δεν πρέπει, ξεχνώντας πως έχουν να κάνουν με ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια. Σεξουαλική κακοποίηση. Bullying. Μπάνιο με πιεστικό λες και ξεπλένεις τον σκύλο σου.
Κάγκελα.
Γκρίζο.
Απόγνωση.
Και με μεγαλοπρεπή γράμματα στην ταμπέλα «Νευροψυχιατρική Κλινική».
Αυτό έχει να σερβίρει μια δημόσια κλινική σε κάποιον που δεν έχει έναν συγγενή, έναν φίλο, να τους έχει που λέμε «από κοντά» όλους αυτούς τους γελοίους, γιατί είναι τόσοι πολλοί! Κι εκείνες οι εξαιρέσεις; Τους τρώει το ίδιο το σύστημα υγείας, γιατί τους χαλάει τη σούπα!
Κι αφού ένας άνθρωπος επιζεί όπως-όπως από αυτή την επίπονη εμπειρία και προσπαθεί να επιστρέψει σε όσα ήξερε, μαθαίνοντας να περπατά από την αρχή μέσω μιας νέας συνθήκης, βλέποντας τον κόσμο, θέλει να κάνει αναστροφή και να γυρίσει πίσω, στο ελεγχόμενο, κακοποιητικό περιβάλλον που έμαθε να διαχειρίζεται.
Γιατί εδώ έξω οι γνωστικοί δε σε κυνηγούν απλά. Σε πετσοκόβουν και σε πετάνε, ως άλλον άρτον και θεάματα, στα «έλλογα» λιοντάρια της δικής τους ψυχοπαθογένειας.
Έχει αναρωτηθεί κανείς γιατί οι ψυχικές παθήσεις είναι τόσο δύσκολες στην αντιμετώπισή τους σε αυτή την χώρα; Γιατί φιγουράρουμε στις πρώτες θέσεις της παγκόσμιας αποτυχίας στην ψυχιατρική περίθαλψη;
Γιατί η νοοτροπία μας είναι η εθνική μας νόσος!
Το βλέπω καθημερινά στα άδεια βλέμματα, στις αποστάσεις που παίρνουμε όταν κάποιος φτάνει στον πάγκο του φαρμακείου και φέρνει μια συνταγή, στους ψιθύρους τους ενοχλητικούς καθώς γυρνάς την πλάτη, στην άρνηση και στον εγωισμό των ανθρώπων να παραδεχτούν πως ναι, μπορεί να συμβεί ή συμβαίνει στο δικό τους παιδί και δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να ντρέπεσαι! Είναι κάτι που πρέπει να σε κινητοποιήσει να δράσεις!
Έχω χάσει το μέτρημα στο πόσα παιδιά έχω γνωρίσει που ζητούν απελπισμένα βοήθεια με τον τρόπο τους και οι γονείς σφυρίζουν αδιάφορα.
Που νομίζουν πως τα αδιέξοδα του εγκεφάλου, λύνονται με ένα νέο αυτοκίνητο, με 100 ευρώ στο χέρι ή με με σεξουαλική εκτόνωση, γιατί στο στενό μυαλουδάκι τους η πάθηση συνδέεται με προσωπική τους αποτυχία!
Ένα ενδεχόμενο που δεν δέχονται για τον εαυτό τους! Λες και όλα κινούνται γύρω από εκείνους.
Γιατί ανάμεσα στην κοινωνική προβολή και την υγεία των παιδιών τους, το Instagram happy, successful family έρχεται πρώτο.
Η ψυχική υγεία θα παραμείνει ταμπού και βάρος, όσο δεν τολμάμε ν’ ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε μέσα από τη ματιά του ανθρώπου που πάσχει. Όσο συνεχίζουμε ν’ αντιμετωπίζουμε την ψυχική νόσο σαν στατιστικό γράφημα ή σαν είδηση στα tabloids, θα παραμένουμε τυφλοί στη ζωή που εξελίσσεται παράλληλα στον κόσμο μέσα σε ένα ίδρυμα.
Θα συνεχίσουμε ν’ αλλάζουμε πεζοδρόμιο, θα ενισχύουμε την ντροπή και τη σιωπή που περιβάλλει την νόσο.
Θα είμαστε συνυπεύθυνοι για κάθε παιδί που οπλίζει το χέρι του για να ελαφρύνει τον κόσμο από την παρουσία του.
Αν συνεχίσουμε ν’ αγνοούμε εκείνον που υποφέρει, αν συνεχίσουμε να κοιτάμε αλλού, δε θα φταίει μόνο το σύστημα.
Θα φταίμε εμείς.
Και τότε, Κεμάλ, το σκοτάδι δεν θα είναι πια έξω.
Θα είναι μέσα μας.