Στον σύγχρονο κόσμο, οι δυνατοί άνθρωποι συχνά περιμένουν από τους άλλους να αντέχουν αδιάκοπα, χωρίς να δείχνουν την κόπωση και τον πόνο τους. Ωστόσο, πίσω από το προσωπείο της αντοχής κρύβεται μια αθέατη, εσωτερική μάχη που λίγοι κατανοούν ή αναγνωρίζουν. Στο άρθρο αυτό, η Ράνια μιλάει με ειλικρίνεια και ευαισθησία για το ψυχικό βάρος και τη μοναξιά που βιώνουν όσοι δίνουν καθημερινά τη μάχη της ψυχικής ανθεκτικότητας. Μια πρόσκληση να δούμε και να εκτιμήσουμε τους «δυνατούς» ανθρώπους πέρα από τα λόγια.
Πόσες φορές μας έχουν πει τις φράσεις “δε σε φοβάμαι εσένα”, “αντέχεις”, “ό,τι κι αν γίνει θα σταθείς στα πόδια σου”;
Δεν ξέρω για εσάς, αλλά εγώ τις έχω ακούσει τόσες φορές και σε τόσο λάθος στιγμές που απλά πιάνω τον εαυτό μου να επαναλαμβάνει διαρκώς: “O φόνος είναι ποινικό αδίκημα. Δε θα περάσεις ωραία στη φυλακή”! Εν τέλει απλά χαμογελάω και λέω ειρωνικά “Ναι μωρέ, δεν έχω ανάγκη”!
Κι όμως, έχουμε ανάγκη. Όλοι εμείς οι δυνατοί, που αντέχουμε, που βρίσκουμε λύσεις ακόμα και στα πιο δύσκολα. Μπορεί να μην έχουμε ανάγκη να έρθει κάποιος να μας λύσει τα προβλήματα (έχουμε αποδείξει πολλές φορές ότι μπορούμε να τα λύσουμε και μόνοι μας), έχουμε ανάγκη κάποιον ν’ αναγνωρίσει τον εσωτερικό μας αγώνα να μην γονατίσουμε απέναντι σε αυτά.
Γιατί κατά βάθος, δεν είμαστε και τόσο δυνατοί. Είμαστε άνθρωποι που μπροστά στο “πρόβλημα”, τα ρίχνουμε όλα με το φτυάρι κάτω από το χαλί και λέμε “δεν είναι η ώρα σου τώρα”.
Αν δεν κρατηθώ εγώ, τότε ποιος;
Και κρατιέσαι λοιπόν, κρατιέσαι…κρατιέσαι. Φτυαρίζεις κάτω από το χαλί συναισθήματα, καταστάσεις, προβλήματα που δεν επείγουν. Μέχρι που το χαλί γίνεται ηφαίστειο και το κρατάς κι αυτό να μην εκραγεί.
Αλλά δεν έχεις ανάγκη εσύ, αντέχεις!
Δίνεις κάθε μέρα μια τεράστια εσωτερική μάχη. Όλοι οι άλλοι, ο εαυτός σου κι εσύ μέσα στη μέση να “κρατιέσαι” με την τελευταία κλωστή λογικής και δύναμης που σου έχει απομείνει. Κι αν καμιά φορά φύγει καμιά ίνα από την κλωστή και ξεχειλίσει λίγο από το ηφαίστειο, σε κοιτάνε όλοι λες κι έχεις τρία κεφάλια και σε γειώνουν με την γνωστή φράση “Δεν καταλαβαίνω την έκρηξή σου”!
“Κράτα γερά” λες από μέσα σου, “αν σπάσει η κλωστή δεν ξέρω ποιον θα πρωτοπάρει ο διάολος”. Αναπνέεις αλλά νιώθεις ότι τα ρουθούνια σου βγάζουν καπνούς αντί για διοξείδιο του άνθρακα και τα μάτια σου πετάνε φλόγες. Κρατιέσαι, δαγκώνεις την γλώσσα, τα βολεύεις όλα κάτω από το χαλί-ηφαίστειο και συνεχίζεις.
Το ξεχνάς για λίγο, μπορεί να σε πάρουν ύστερα οι ενοχές για το ξέσπασμα. Μετά αυτό περνάει και σε ξαναπαίρνει το παράπονο. Κανείς δεν καταλαβαίνει, δε βλέπει τη μάχη σου. Γιατί εσύ αντέχεις. Κερδίζεις στην καλύτερη κάτι ψυχοσωματικά και κάτι αυτοάνοσα για παράσημα. Προχωράς, παρόλο που το σώμα σου βαράει σειρήνες πολέμου ότι είσαι στα πρόθυρα της κατάρρευσης.
Πάλι κανένας δεν καταλαβαίνει.
“Μην αγχώνεσαι” σου λένε, “από το άγχος τα παθαίνεις αυτά” και συνεχίζουν τη μέρα τους! Well, no shit Sherlock! Αλλά εγώ αντέχω βλέπεις, δεν έχω ανάγκη! Και τους δείχνω νοητά το φρεσκολιμαρισμένο μεσαίο μου δάχτυλο.
Ίσως κερδίσεις λίγες μέρες ηρεμίας μέσα από αυτή τη κατάσταση. Αλλά πριν καν προλάβεις να ξαναβρείς τα λογικά σου, φτου κι απ’ την αρχή! Νιώθεις να βουλιάζεις και κολυμπάς με μανία για την επιφάνεια να πάρεις ανάσα αλλά βουλιάζεις ακόμη περισσότερο. Κοιτάς κάτω, η κλωστή είναι δεμένη στο πόδι σου και το ηφαίστειο σε τραβάει στον πάτο.
Έχεις φτάσει στην πιο κρίσιμη απόφαση. Αν θα συνεχίσεις ν’ αντέχεις μέχρι να μη σου μείνει άλλο οξυγόνο ή αν θα κόψεις την κλωστή για να βγεις στην επιφάνεια.
Δεν μπορώ να σου πω ποια είναι η απόφαση, ακόμη κι αν είναι προφανής. Εγώ ακόμα αντέχω! Ακόμα είμαι δυνατή!
Να τους εκτιμάτε τους δυνατούς ανθρώπους στη ζωή σας, παιδιά. Να τους εκτιμάτε και να το δείχνετε έμπρακτα! Γιατί οι δυνατοί άνθρωποι δεν είναι σαν όλους τους άλλους. Δε λυγίζουν, γιατί έμαθαν να κρατάνε καλό αντίβαρο. Αλλά όταν λυγίσουν…σπάνε μια και καλή!