Περπατάς στον δρόμο. Ψάχνεις το μαγαζί που σου είχαν πει
με τα φτηνά games για το Playstation 4. Ένα σοκάκι. Μια γέφυρα. Τι γίνεται; Το
να ψάχνεις με gps σε ένα μέρος που δεν έχει σήμα το κινητό, σου θύμισε πως
εξελικτικά είσαι στο επίπεδο του homo sapiens, όταν εκείνος έψαχνε με τον δαυλό
σπηλιά για να κοιμηθεί το βράδυ.
Δεν το βρίσκεις. Αντʾ αυτού βρίσκεις ένα σπίτι στο τέρμα
του δρόμου. Απʾ έξω βλέπεις κάτι τύπους με χοντρά κοκάλινα γυαλιά (θα
ορκιζόσουν ότι κάποια από αυτά δεν έχουν καν τζάμια) και κασκόλ με μακριά
καμπαρντίνα, σε θερμοκρασία που τηγανίζεις αυγό πάνω στο κεφάλι σου από τη
ζέστη.
Στην αρχή νόμιζες πως ξέχασες ανάγνωση γιατί η πινακίδα
απʾ έξω πραγματικά δεν έβγαζε κανένα νόημα.
Αίθουσα τέχνης: «Η ταραμοσαλάτα ήταν χαλασμένη και τα
παντζούρια κλαίγανε στο δειλινό».
Μια ακατανίκητη παρόρμηση να γνωρίσεις μια άλλη μορφή
ζωής ίσως σε ώθησε να περάσεις την πόρτα. Ένας τζιβάτος μπροστά σου με πίπα και
κασκόλ -βελέντζα σαν αυτή που είχε η γιαγιά σου στο χωριό- σε κοίταξε
υπεροπτικά. Τον προσπέρασες και μπήκες.
Ένα δωμάτιο με μωβ τοίχους σε περίμενε μετά από έναν
ατελείωτο διάδρομο. Για κάποιο λόγο στους τοίχους είχε…ψάρια. Ζωντανά. Από
κάτω έγραφε «Το ψάρι έξω από το νερό και πάνω στον τοίχο της παράνοιας».
Άρχισες να ζαλίζεσαι. Και παραδόξως όχι απʾ την ψαρίλα η
οποία ήταν φυσικό να είναι έντονη. Τελικά η «Κόλαση δεν είναι οι Άλλοι» που
είχε πει κάποιος. Η Κόλαση είναι στα Πετράλωνα.
It’s official.
Σε ένα τεράστιο δωμάτιο που μπήκες στη συνέχεια, ήλπιζες
επιτέλους σε λίγη λογική. Μπα. Με τίποτα. Δεν υπήρχε περίπτωση. Στη μέση της
αίθουσας βλέπεις ένα τραπέζι που αντί για πόδια είχε….χέρια. Ανθρώπινα.
Ψεύτικα μεν, αλλά….χέρια. Από κάτω πινακίδα που έγραφε:
«Αν είχαμε 4 χέρια τα βάρη θα τα σηκώναμε πιο εύκολα σαν
να ήταν μόνο 2 πιάτα με στιφάδο…»
Σε μια γωνιά ένας πίνακας έδειχνε κάτι που αδυνατούσες να
το πιστέψεις. Φωτογραφία μιας κουράδας.
Αυτό.
Από κάτω έγραφε: «Ο εσωτερικός μας εαυτός βλέπει τον
κόσμο για πρώτη φορά μετά τον φαγητό».
Μάλιστα. Μέχρι και η κουράδα σε κοίταζε με σνομπ ύφος.
Άτεχνε. Απαίδευτε. Δεν καταλαβαίνεις τα υψηλά νοήματα που
είναι μόνο για μορφωμένους που ξέρουν. Για σένα αυτό που μόλις είδες είναι αυτό
που βλέπεις κάθε πρωί πριν τραβήξεις το καζανάκι. Για άλλους όμως είναι έργο
τέχνης με υψηλό νόημα.
Βάρβαρε. Έκφυλε. Απολίτιστε. Ουρούκ Χαϊ. Ορκ.
Αυτά που έβλεπες στη συνέχεια, ούτε μαστουρωμένος με κρακ
δεν θα τα θεωρούσε τέχνη. Πραγματικά λυπάσαι σε κάτι τέτοιες στιγμές για την
ανθρώπινη κατάντια.
Οι τζιβάτοι που έβλεπες τριγύρω από νοημοσύνη είναι ένα
στάδιο πάνω από την αμοιβάδα. Το ήξερες. Αλλά όταν βλέπεις σοβαρούς κύριους και
κυρίες, νορμάλ ντυμένους ανθρώπους να κοιτάζουν έναν λευκό πίνακα με μια βούλα μόνο στο κέντρο και
υπογραφή από κάτω «Βούλα Καρατομπούλογλου…Η προσωπογραφία μου», και να το
θαυμάζουν μάλιστα, εκεί καταλαβαίνεις ότι τα πράγματα ήταν σοβαρά.
Σίγουρα η τέχνη στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι
υποκειμενική. Οι περισσότεροι θα βρουν τέχνη σε μια εικόνα από ένα ηλιοβασίλεμα.
Για τους λίγους, όμως, που κάνουν ότι ξέρουν αυτά που εσύ ο απαίδευτος δεν
μπορείς να καταλάβεις, το ηλιοβασίλεμα δεν είναι τέχνη, γιατί ακριβώς αυτό.
Είναι ένα ηλιοβασίλεμα και μπορούν όλοι να το καταλάβουν και να ερμηνεύσουν το
νόημα του. Την πάτησες.
Έχει καταντήσει αηδία να θεωρείται τέχνη ό,τι είναι
αντιδραστικό και αντικομφορμιστικό, ό,τι δεν μπορούν οι πολλοί να
καταλάβουν, και ειδικά αν έχει προέλευση
από χώρες όπως Γαλλία, Ισπανία και Ιταλία.
Αν ρωτήσεις κάποιον από αυτούς γιατί ένας πίνακας Ισπανού
ζωγράφου αξίζει, δε θα σταθεί στην
ερμηνεία της εικόνας. Έτσι κι αλλιώς δεν μπορείς να την καταλάβεις, απολίτιστε.
Είναι έργο τέχνης γιατί το έφτιαξε Ισπανός ζωγράφος. Τέλος. Σωστή ερμηνεία της
εικόνας; Των χρωμάτων έστω; Λογική; Επιχειρήματα; Τι είναι αυτά;
Δεν ξέρεις. Είσαι βάρβαρος. Τέλος.
Όταν ο Μαέβιους Παχατουρίδης στο Α.Μ.Α.Ν. πριν μια
εικοσαετία μέσα από τη σάτιρα και το γέλιο μας προειδοποιούσε για αυτά τα
φαινόμενα ήμασταν μικροί και απλά γελούσαμε.
Δυστυχώς δεν καταλαβαίναμε τη σαπίλα που υπάρχει στο
μυαλά του βλάκα, ξερόλα που σε υποτιμά επειδή δεν καταλαβαίνεις το νόημα ενός
πίνακα που δείχνει ένα λεμόνι κι από κάτω επιγραφή «Η ζωή είναι ξινή…».
Βλέπω ένα cgi από την ταινία Stargate: Continuum στο
οποίο ένα διαστημόπλοιο περνάει ανάμεσα από δύο κόκκινους πλανήτες και μετά
κάνει άλμα στο υπερδιάστημα μέσα από στροβίλους λευκού φωτός ανάμεσα σε
εκατομμύρια αστέρια για να πετάξει στον επόμενο πολύχρωμο γαλαξία.
Γιατί, λοιπόν, αυτή η εικόνα που έβγαλε τα μάτια του να
τη σχεδιάσει ένας προικισμένος γραφίστας πάνω από έναν υπολογιστή δεν είναι
τέχνη; Επειδή μάλλον προέρχεται από κόμικ που διαβάζουν μόνο δεκάχρονα ε;
Έχουμε άλλα μέτρα κι άλλα σταθμά όταν το θέμα ενός πίνακα
η μιας φωτογραφίας είναι από nerd πηγή (comics, ταινίες, video games κλπ), και
άλλα όταν έχει αναφορά στη φύση για παράδειγμα.
Ναι, δε θα δεις ποτέ πίνακα να απεικονίζει ένα λουλούδι.
Ένα απλό λουλούδι. Θα δεις όμως πίνακα μόνο με το κοτσάνι.
Γιατί το λουλούδι θα το καταλάβουν όλοι ότι είναι ένα
λουλούδι. Πού είναι ο συμβολισμός σε αυτό; Ενώ το κοτσάνι μπορεί να συμβολίσει
ότι κατέβει στον καθένα. Σε άλλον τον ξεριζωμό από τη μάνα-γη. Σε άλλον ότι τον
μάδησαν σαν μαργαρίτα χθες βράδυ στο καζίνο.
Και πάει λέγοντας.
Αν, όμως, πάρεις την ίδια φωτογραφία από το Guardians of
the Galaxy και στο κέντρο της πετάξεις μια κουράδα από καφέ μπογιά με το
πινέλο, υπογράφοντας παράλληλα από κάτω ως «Βαρόνος ντε λα Μπουρδουκλέ Ραμόν
Σιλ Βου Πλε», Γαλλο-Ισπανός ζωγράφος, τότε αυτόματα είναι τέχνη. Θα μπορούσε να
γράφει από κάτω: «Όταν στην τουαλέτα σκέφτεσαι την απεραντοσύνη του διαστήματος
και αυτό σε βοηθάει στη δυσκοιλιότητα».
Βγήκες ζαλισμένος. Τρέχεις να σωθείς. Δε γίνεται να είσαι
στην ίδια συνομοταξία θηλαστικών με αυτούς που έφτιαξαν αυτά τα τερατουργήματα.
Όχι, φίλε μου τζιβάτε! Όταν σου τρέχουν τα σάλια μπροστά
από ένα τέτοιου είδους έκτρωμα για να το παίξεις φιλότεχνος, εσύ είσαι ο
πίθηκος που θα έπρεπε να ζει ακόμα πάνω στα δέντρα κι εγώ έχω ακόμα την λογική
και κριτική σκέψη να ξεχωρίσω μια κουράδα από ένα ηλιοβασίλεμα.
Μπορεί να μην έχω διαβάσει ποτέ μου εκτενώς ιστορία της
τέχνης, αλλά εσύ ακόμα και αν διάβασες είμαι σίγουρος ότι ο Λεονάρντο ντα
Βίντσι, ο Μποτιτσέλι, ο Βάγκνερ, ο Δάντης, ο Όμηρος, ο Μότσαρτ, άλλα είχαν στο
νου τους όταν ήθελαν να εμπνεύσουν κόσμο με το έργο τους.
Σίγουρα δε θα ήθελαν να τους προσβάλλουν τη μνήμη ξερόλες
του κώλου όπως εσύ, που το παίζουν φιλότεχνοι, όταν το πιο κοντινό πράγμα σε
τέχνη που έχουν σπίτι τους είναι το χαλάκι της πόρτας που γράφει σε Tahoma
γραμματοσειρά «Welcome».