Σ’ έναν κόσμο όπου οι σκιές συχνά απλώνονται βαριές και το φως μοιάζει να σβήνει, υπάρχουν εκείνες οι σπάνιες ψυχές -οι καλές νεράιδες χωρίς φτερά- που με τη σιωπηλή τους παρουσία, την αγάπη και το αμέριστο θάρρος τους, ξορκίζουν το σκοτάδι.
Η Βούλα Ραπτούδη είναι μια τέτοια καλή νεράιδα. Μοιράζει χόκους-πόκους φροντίδας κι αγάπης με τη μαγική ιδιότητα της νοσηλεύτριας στην Αντικαρκινική Παιδοογκολογική Κλινική, όπου τα παιδιά δίνουν τη μεγαλύτερη μάχη της ζωής τους.
Με μαγικό ραβδί την ανθρωπιά της, μοιράζεται μαζί μας την γλυκόπικρη αλήθεια πίσω απ’ τις πόρτες της δικής της καθημερινότητας, σε μια συνέντευξη uncut. Γιατί κάποια πράγματα πρέπει να λέγονται ολόκληρα!
Πόσο δύσκολο είναι να είσαι η καλή νεράιδα, σ’ έναν χώρο όπως η Αντικαρκινική Κλινική Παίδων;
Δεν ξέρω αν είμαι καλή νεράιδα, όπως λες, και σε ευχαριστώ πολύ. Ξέρω, όμως, να σου πω με σιγουριά πως είναι το τμήμα που αποφεύγει το 90% των επαγγελματιών υγείας. Από την άλλη είναι το τμήμα που ήθελα να δουλέψω από τη στιγμή που έκανα την πρακτική μου ως νοσηλεύτρια και πέρασα από το Παιδοογκολογικό της Θεσσαλονίκης.
Νομίζω πως κάποιοι άνθρωποι έχουμε γεννηθεί για ορισμένα πράγματα. Εγώ ως εργαζόμενη εκεί, νομίζω ότι εκπληρώνω τον προσωπικό μου σκοπό. Είναι πολύ δύσκολο από πολλές απόψεις, για μένα όμως είναι η δική μου προσωπική κλήση! Ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα μετά από πολλά χρόνια!
Τι είναι αυτό που σε τροφοδοτεί και γεμίζει την καρδούλα σου ώστε να πηγαίνεις κάθε πρωί με χαμόγελο και να φροντίσεις όλα αυτά τα παιδιά, κάνοντας όμορφες τις δύσκολες μέρες τους;
Η αγάπη τους! Η δική τους και των γονιών τους. Ξέρεις αυτά τα παιδιά έχουν καθημερινή επαφή μαζί σου για μήνες ή και χρόνια. Οπότε έχουμε οικοδομήσει μια σχέση, σχεδόν οικογενειακή, με τα περισσότερα παιδιά και τους γονείς τους. Μιλάμε και εκτός ”δουλειάς”. Τους ξέρω και με ξέρουν και μ’ άλλους όρους. Όταν, λοιπόν, με περιμένουν την άλλη μέρα για να κάνουμε την τάδε θεραπεία ή την αιμοληψία μας, ή οτιδήποτε άλλο, μου είναι σχεδόν αδιανόητο ότι δε θα είμαι εκεί για να συνεχίσουμε μαζί τη μάχη που δίνουν. Αυτό είναι το κίνητρό μου. Αυτά τα παιδιά κι η μάχη που δίνουν. Θέλω να είμαι σύμμαχός τους σ’ αυτή και με θέλουν κι αυτά, οπότε δεν μπορώ να τα αφήσω!
Ποιο είναι το πιο δύσκολο κομμάτι της δουλειάς αυτής;
Αναμφισβήτητα, τα ”κακά νέα”. Κι όταν λέμε κακά νέα στον δικό μας τομέα, μιλάμε για υποτροπή της ασθένειας που το πιο πιθανό είναι ότι θα επιφέρει δυστυχώς την κατάληξη του ασθενή. Με λίγα λόγια τον θάνατο. Θα μου πεις είναι η αναγγελία του κακού νέου πιο δύσκολο απ’ τον ίδιο τον θάνατο;
Μάλλον ναι. Γιατί είναι η στιγμή που καταρρέει ο κόσμος του γονιού. Του κόβεται η ελπίδα
που ίσως είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή ότι παλεύει με κάτι που μπορεί και να νικηθεί. Εκείνη τη στιγμή αλλάζει για πάντα το πρόσωπο τους και το βλέμμα τους. Αυτό το άδειο βλέμμα, αν το δεις μια φορά, χαράζεται για πάντα στην ψυχή σου.
Κάποιος μόλις ρούφηξε τη ζωή τους από το σώμα τους κι αυτή η απελπισία είναι το χειρότερο κομμάτι. Μετά φυσικά η στιγμή που ένα παιδί όντως, φεύγει από τη ζωή.
Τα παιδιά μέσα απ’ τη διαδικασία των θεραπειών μεγαλώνουν απότομα. Τα βλέπεις να ετοιμάζονται μόνα τους να πάρουν την αγωγή τους, να δέχονται τον πόνο στωικά και πολλές φορές τα ίδια να στηρίζουν τους γονείς τους. Μέσα σε μια κλινική χάνεται η παιδική αθωότητα; Πώς αυτή διαμορφώνει την ψυχοσύνθεσή τους;
Τα παιδιά είναι πιο δυνατά από τους ενήλικες θέλω να σου πω. Είναι αλήθεια ότι μεγαλώνουν κι ωριμάζουν πολύ γρήγορα μέσα σε μια τέτοια κατάσταση. Ακόμα και παιδιά προσχολικής ηλικίας, μαθαίνουν να δέχονται φάρμακα, θεραπείες και τρυπήματα με μια ωριμότητα που σου προκαλεί αίσθηση. Στα εφηβάκια βλέπεις αλλά πράγματα που σε ταρακουνούν. Πως αυτά τα παιδιά του instagram και των εξόδων με παρέες και της φάσης που ήταν στα ντουζένια τους λόγω ηλικίας, ξαφνικά στερούνται ακόμα και το μισητό μέχρι πρότινος, σχολείο.
Αλλάζει η καθημερινότητα τους. Βλέπουν τους φίλους τους να προχωρούν, τη ζωή να προχωράει κι αυτά να παλεύουν με πόνους και θεραπείες.
Ναι για μένα, φυσικά και χάνεται η παιδικότητα και η αθωότητά τους. Καλούνται σε ηλικίες που δε θα έπρεπε ν’ ασχολούνται με τίποτα άλλο πέρα από παιχνίδι, διάβασμα, έρωτες κι αθωότητα, ν’ αντιμετωπίσουν ένα τέρας. Και δε μιλώ μόνο για τον καρκίνο, αλλά για όλα όσα αυτός κουβαλάει μαζί του.
Δε θα έπρεπε να γνωρίζουν αυτήν τη πλευρά της ζωής, τόσο νωρίς.
Οι νοσηλευτές είναι οι αθέατοι ήρωες κι είναι αυτοί που καθορίζουν την εμπειρία ενός παιδιού κατά τη διάρκεια νοσηλείας τους. Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας άνθρωπος στον τομέα της υγείας, πέρα από την επαγγελματική εμπειρία και κατάρτιση;
Περίπλοκο πολύ το θέμα που θίγεις. Για μένα είναι μια συζήτηση που έχω κάνει πολλές φορές και, δυστυχώς ή ευτυχώς, είμαι πολύ απόλυτη στην άποψή μου και θα παραμείνω όσο κι αν πολλοί συνάδελφοί μου,
διαφωνούν και όχι άδικα πάντα, μ’ αυτή. Σ’ αυτό το επάγγελμα πρέπει να είσαι άνθρωπος με ατελείωτη αγάπη κι ενσυναίσθηση για αυτό που κάνεις.
Ξέρω πολύ καλά τι λέω και το κάνω με τη σιγουριά των χρόνων, της εμπειρίας και του ότι έχω βρεθεί κι από τις τρεις πλευρές. Και του ασθενή και του συγγενή ασθενή και της εργασίας μου ως επαγγελματία υγείας. Γνωρίζω από πρώτο χέρι πόσο κουραστική είναι η δουλειά μας. Όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά.
Γνωρίζω επίσης, πόσο μπορεί να αγαπάς αυτή τη δουλειά και να σε εξοντώνει το σύστημα από μέσα με τις ελλείψεις του και την απαξίωσή του, τόσο που να μην αντέχεις. Γνωρίζω πολύ καλά ότι αν δε βάλεις κάποια όρια, αυτή η δουλειά μπορεί να σε επηρεάσει τόσο πολύ στη καθημερινότητα σου, που να μην είσαι λειτουργικός μετά το τέλος της βάρδιάς σου στη δική σου ζωή. Λοιπόν δεν κάνεις για αυτή τη δουλειά.
Είναι τόσο απλό για μένα. Όταν έχεις να κάνεις με τον άνθρωπο στη πιο ευάλωτη του στιγμή, όταν είναι άρρωστος και πλήρως εξαρτώμενος από σένα, οφείλεις να είσαι εκεί 100%. Παραπάνω από το 100%. Ευγενικός, υπομονετικός, να μπαίνεις στο πρόβλημά του και να παλεύεις μαζί του μέχρι το τέλος της περιπέτειας του με τέτοια ενσυναίσθηση που να μη σου απαγορεύει να είσαι σωστός επαγγελματίας μεν, αλλά να μην ξεχνάς και την ανθρώπινη πλευρά σου. Είναι λεπτές οι ισορροπίες και τα όρια.
Δε το συζητώ καν για όταν έχεις να κάνεις με παιδιά. Κι ένα παραπάνω όταν έχεις να κάνεις με παιδιά και γονείς που είναι αντιμέτωποι με το δρεπάνι που κρέμεται πάνω από το κεφάλι τους, όταν έχουν ακούσει τη λέξη ”καρκίνος”. Καμία δικαιολογία δεν είναι αρκετή για μένα για να μην τ’ αφήσεις όλα απ’ έξω και να είσαι
εκεί ολόκληρος και σωστός. Αν δεν μπορείς, πράγμα απόλυτα κατανοητό, δεν κάνουμε όλοι για όλα! Κι αυτό είναι ok! Αρκεί να έχουμε το θάρρος να το παραδεχτούμε! Οφείλεις, λοιπόν, να είσαι εντάξει μ’ αυτό! Εάν δεν μπορείς να είσαι εντάξει, οφείλεις να φύγεις.
Γνωρίζω πως ακούγεται αυτό που λέω. Είναι, όμως, η άποψή μου. Έχω φύγει κι εγώ όταν δεν μπορούσα να είμαι ολόκληρη κάπου! Δεν το λέω για να το πω!
Ποια ήταν η πιο φωτεινή και ποια η πιο σκοτεινή ημέρα που αντιμετώπισες;
Οι πιο σκοτεινές είναι πάντα εκείνες που φεύγει ένα παιδί. Είτε το περιμένεις, είτε όχι. Έχω ζήσει δυστυχώς πολλά φευγιά παιδιών και πάντα είναι πολύ δύσκολο. Δεν το συνηθίζεις ποτέ.
Δύο μέχρι στιγμής θα μου μείνουν για πάντα χαραγμένα στη μνήμη μου ως τα πιο σκοτεινά.
Η Άννα που ήταν λίγο πριν την ενηλικίωσή της κι ανυπομονούσε να πιούμε καφέ έξω από
το νοσοκομείο.
Ένα παιδί τόσο φωτεινό που μέχρι τέλους φώτιζε κι όλους εμάς. Ήταν τόσο ζωντανό πλάσμα ακόμα και λίγο πριν το τέλος που ενώ όλοι ξέραμε ότι το σώμα δεν αντέχει, πίστευα ότι μπορεί και να τα καταφέρει.
Ήθελα να το πιστέψω.
Η Άννα ήταν πολύ σημαντική για μένα. Είχα δεθεί πολύ μαζί της και πολλοί συνάδελφοί μου έλεγαν ότι αυτό που κάνω (να δένομαι με παιδιά που πρόκειται να πεθάνουν και τους γονείς τους) είναι κακό για μένα.
Με αμφισβήτησα πολύ εκείνο το διάστημα για το αν φέρομαι ”σωστά” ως επαγγελματίας υγείας, μ’ αυτή την προσέγγιση μου.
Η Άννα, λοιπόν, μου είπε λίγο πριν φύγει ”συνέχισε αυτό που κάνεις, όπως το κάνεις. Αυτό θέλουμε κι εμείς: φίλες σαν εσένα!
Δεν ξέρω αν αυτό που έζησα εκείνη τη μέρα ήταν κάτι μεταφυσικό, μιας κι η Αννούλα μου δε θα μπορούσε να ξέρει τι με ταλάνιζε, αλλά για μένα ήταν σίγουρα η απάντηση που ήθελα για να επιβεβαιωθώ.
Ο Παντελής. Ο Παντελής ήταν ένα παιδί που έτυχε να ζήσω το φευγιό του, ενώ ήμουν σ’ άλλο τμήμα.
Ήρθε στα επείγοντα από ατύχημα μέσα στο σπίτι του. Ήρθε σχεδόν πεθαμένος.
Κάναμε υπεράνθρωπες προσπάθειες γιατροί και νοσηλευτές να τον επαναφέρουμε αλλά ήταν ήδη αργά. Στην εντατική και στα επείγοντα είναι επίσης ένα πολύ σκληρό και δύσκολο κομμάτι της
δουλειάς μας. Αυτό το ξαφνικό που θα έρθει και πρέπει να υπερβείς το σοκ και τον εαυτό σου, εκείνη τη στιγμή για να το σώσεις.
Το σκηνικό που επικρατούσε ήταν σαν βγαλμένο από ταινία που δε θες να ξαναδείς. Βγήκα έξω αφού είχαμε τελειώσει την ΚΑΡΠΑ και γνωρίζοντας ότι ο Παντελής έχει φύγει. Οι γονείς φώναζαν. Δεν ήξεραν ακόμα. Δε τους το είχαν ανακοινώσει. Βγήκα να δω αν ήρθε η ψυχολόγος που συνήθως φωνάζουν σε τέτοιες περιπτώσεις για ν’ ανακοινώνουν τα νέα. Ο πατέρας μ’ άρπαξε απ’ το χέρι και μου είπε: ”Πάρε αυτόν τον σταυρό και βάλτον επάνω του. Θα τα καταφέρει.
Εγώ ήξερα, εκείνος όχι.
Τον πήρα και φυσικά τον έβαλα πάνω του. Βγήκαμε από το δωμάτιο των επειγόντων λίγα λεπτά μετά με τις βαλίτσες ανάνηψης για να φύγουμε, αφήνοντας πίσω τους γιατρούς που θα ανακοίνωναν το νέο.
Η μαμά ήταν στο πάτωμα του νοσοκομείου. Γύρισε και μας κοίταξε που βγήκαμε. Ήξερε. Γιατί φεύγουν; Γιατί δε παλεύουν άλλο; Ήξερε.
Με κοίταξε στα μάτια και φώναξε ”πέθανε το παιδί μου”;;
Γύρισα κι έφυγα γρήγορα μαζί με τη συνάδελφο, μπήκαμε μέσα στο ασανσέρ και ξεσπάσαμε σε κλάματα. Κρατούσαμε η μια την άλλη σφιχτά και κλαίγαμε με λυγμούς. Ήταν μαζί μας μια μαμά επισκέπτρια. Όλοι είχαν ακούσει τις φωνές των γονιών στα επείγοντα. ” Κορίτσια, πώς το κάνετε αυτό;” μας είπε κι έκλαψε κι αυτή…
Οι πιο φωτεινές μέρες είναι εκείνες που τα παιδιά χτυπάνε το καμπανάκι. Αυτό σημαίνει ότι νίκησαν το τέρας κι είναι καθαρά. Τελείωσε η μάχη τους. Είναι μια στιγμή που, όσες φορές κι αν τη ζήσω, με γεμίζει δάκρυα χαράς! Περνάνε από το μυαλό σου όλες οι στιγμές. Από τη διάγνωση, τις άπειρες θεραπείες, τις υποτροπές, τις δύσκολες στιγμές, τα μαλλάκια που χάθηκαν, τα ματάκια που έκλαιγαν και τώρα μπροστά σου είναι ένα νέο παιδί, γεννημένο ξανά, ζωντανό που χτυπάει το καμπανάκι κι αφήνει πίσω του αυτή την ταλαιπωρία για να πιάσει τη ζωή απ’ την αρχή.
Η πιο φωτεινή μου ήταν ο Παναγιώτης μου. Ένα παιδί που δέθηκα μαζί του από τη πρώτη στιγμή που το είδα. Ξεκινήσαμε μαζί σχεδόν. Εκείνος μόλις είχε διαγνωστεί κι εγώ μόλις είχα ξεκινήσει στο Παιδοογκολογικό.
Ήμασταν μαζί σε όλο το ταξίδι. Στα δύσκολα, στα νεύρα, στα κλάματα της μαμάς του, στη δύναμή του.
Βγήκαν καθαρά τα αποτελέσματα του μια μέρα πριν τα γενέθλια του. Ήρθε στο νοσοκομείο όλη του η οικογένεια. Μαζευτήκαμε πολλά άτομα για αυτό το καμπανάκι!
Μου έμεινε η φράση της γιαγιάς του: ‘‘Σαν σήμερα 8 χρόνια πριν, είχαμε μαζευτεί και
περιμέναμε να γεννηθεί. Σήμερα μαζευτήκαμε πάλι γιατί ξαναγεννιέται”.
Η μαμά του τον έσφιξε τόσο πολύ μετά το χτύπημα της καμπάνας. Ο μπαμπάς του έκλαιγε σαν μικρό παιδί. Κι εγώ γιόρτασα εκείνη τη μέρα μ’ όλη μου την οικογένεια, για τον Παναγιώτη μου!
Γνωρίζοντας πως έχεις φροντίσει ανθρώπους ηλικιωμένους και τώρα παιδιά, πώς αυτό έχει διαμορφώσει τη θεώρηση των πραγμάτων στη ζωή σου και πώς σε έχει αλλάξει ως άνθρωπο;
Με έχει κάνει καλύτερο άνθρωπο αυτή η ”δουλειά”. Από τα παππουδάκια μου πήρα άπειρη αγάπη και φροντίδα. Ξέρεις… δε τους φρόντιζα μόνο εγώ, αλλά κι αυτοί εμένα. Με τις ιστορίες τους, με την πείρα τους, ακόμα και με το πώς τελειώνει η ζωή στα γεράματα και τι σου μένει τελικά απ’ αυτό το ταξίδι, τι αξίζει και τι όχι, μου έδωσαν άπειρα μαθήματα ζωής. Και η αγκαλιά και το χάδι τους έχουν μείνει για πάντα μέσα στη ψυχή μου!
Στα παιδάκια μου είναι αλλιώς. Τα φροντίζω εγώ μεν, αλλά αυτή η ανιδιοτελής τους αγάπη, το πείσμα τους, ο αγώνας τους, η γεμάτη τους καρδιά όταν τους έχουν κλαπεί τα πιο αυτονόητα για όλους μας, αυτό κι αν είναι μάθημα ζωής!
Κλισέ μεν, τεράστια αλήθεια δε, γιατί τελικά γκρινιάζουμε οι άνθρωποι ενώ τα έχουμε όλα; Γιατί δε μας έκλεψε κάνεις (ακόμα) το πιο σπουδαίο δώρο. Την υγεία μας.
Με έχουν κάνει καλύτερο άνθρωπο! Άνθρωπο που ναι μεν θα γκρινιάζει όπως όλοι, αλλά στο τέλος της ημέρας λέω ”Ευχαριστώ Θεέ μου”! Δυστυχώς δεν μπορώ να το μεταφέρω καν σε δικούς μου ανθρώπους το συναίσθημα. Την αλλαγή οπτικής της ζωής! Αλλά βλέποντας πόσο λεπτή είναι η κλωστή του σήμερα είσαι εδώ και αύριο όχι κι έχοντας βιώσει και η ίδια σημαντικές προσωπικές απώλειες απ’ την ασθένεια αυτή, ειλικρινά υπάρχουν στιγμές και περίοδοι που δε με νοιάζει τίποτα άλλο, πέρα από το να ζήσω με όσους αγαπώ ό,τι πιο απλό. Αυτό που αύριο κάποιος από εμάς θα λέει ”Γιατί δε το έκανα;; Μπορούσα να το κάνω”, δεν είναι αφέλεια, όπως θα το πουν κάποιοι, είναι μια βαθύτερη συνειδητοποίηση, που δυστυχώς δε σε αφήνει η καθημερινότητα να τη δεις, πως ειλικρινά, βαθιά, απόλυτα και πρακτικά, έχουμε μόνο το σήμερα!
Ποιες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζετε ως άνθρωποι που εργάζονται στον τομέα υγείας; Ακούμε συνέχεια για ελλείψεις, μη στήριξη του κρατικού μηχανισμού.
Ανοίγεις ένα τεράστιο θέμα τώρα. Δυστυχώς το σύστημα υγείας πηγαίνει απ’ το κακό στο χειρότερο χωρίς καμία υπερβολή. Οι ελλείψεις είναι τόσο μεγάλες, που ενώ κανονικά αντιστοιχεί ένας νοσηλευτής σε 4 ασθενείς, ο νοσηλευτής καλείται να αντιστοιχεί σε τουλάχιστον 15. Καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό πρακτικά;
Πολύ πρόσφατα είδαμε ένα παράδειγμα που είδε το φως της δημοσιότητας κι ήρθε στο
προσκήνιο το θέμα που χρόνια φωνάζουμε. Το να γίνει λάθος δεν είναι υποθετικό. Είναι απλά θέμα χρόνου και καθένας από εμάς εύχεται να είναι κάτι που δε θα θέσει σε κίνδυνο τη ζωή κάποιου ανθρώπου.
Όμως με ευχές δεν γίνεται αυτή η δουλειά. Τρέχουμε καθημερινά σε μια κούρσα θανάτου χωρίς καμία υπερβολή. Κάποια στιγμή πρέπει το κράτος να πάρει σοβαρά ότι το λάθος των επαγγελματιών υγείας
δεν είναι το λάθος ενός γραφιά. Το δικό μας λάθος, θα στοιχίσει ακριβά.
Οι επαγγελματίες υγείας και κυρίως οι νοσηλευτές στην Ελλάδα είναι υποτιμημένοι μέχρι εκεί που δεν πάει. Είμαστε όλοι εξαντλημένοι, κακοπληρωμένοι, με ένα πτυχίο που δεν αναγνωρίζεται η επιστημονικότητα κι η βαρύτητα του. Είμαστε εκείνοι που τους ζητάνε, να βάζουν πλάτη συνεχώς. Τα παιδιά για όλες τις δουλειές.
Εκείνοι που αφήνουν τις οικογένειες τους βράδια, γιορτές κι αργίες. Εκείνοι που γεμίζουν αυτοάνοσα από το άγχος και το τρέξιμο και όλο το σωματικό και ψυχικό βάρος που κουβαλάνε. Εκείνοι που τρώνε το βρίσιμο και το ξύλο πολλές φορές από αγανακτισμένους συγγενείς ασθενών. Εκείνοι που κρατάμε το σύστημα υγείας κι εκείνο μας γυρίζει τη πλάτη, δυστυχώς!
Οι περισσότεροι φεύγουν από αυτή τη δουλειά ψάχνοντας διεξόδους άλλου και είναι απόλυτα λογικό. Κι όσοι μένουν, λειτουργούν ως επί το πλείστων σε σιωπηρή αποχώρηση. Δηλαδή ναι μεν μένουν στη δουλειά, αλλά έχουν χάσει το ενδιαφέρον τους πια για αυτή, πέφτει η παραγωγικότητα τους, αδιαφορούν για τα καθήκοντα τους και ούτω καθ’ εξής. Δεν είναι κρίμα;
Όντας η ίδια μαμά και βιώνοντας αυτές τις εικόνες σε ένα παιδικό νοσοκομείο, πώς καταφέρνεις και βρίσκεις το ψυχικό σθένος να επιστρέφεις σπίτι και να είσαι γεμάτη ενέργεια, ενώ μπορεί να έχεις βιώσει μια συναισθηματικά βαριά ημέρα;
Αυτό ήταν και είναι το πιο δύσκολο κομμάτι για μένα. Δεν γίνεται να μη σε επηρεάσει στο δικό σου παιδί αυτό που βλέπεις καθημερινά. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να γίνομαι υπερβολική μέχρι και υστερική με το δικό μου παιδί. Είναι τόσα αυτά που βλέπεις στα παιδιατρικά νοσοκομεία, από μια απλή πτώση, μέχρι μια στραβή κατάποση που μπορεί να αποβεί μοιραία, που σε πιάνει πανικός πριν το καταλάβεις. Το ότι βλέπεις παιδιά στο χείλος του θανάτου και παιδιά που πεθαίνουν, αν όχι καθημερινά, πάρα πολύ συχνά, σε αλλάζει. Κάτι μέσα σου δεν είναι ίδιο ποτέ ξανά όπως ήταν. Με έχει επηρεάσει και με επηρεάζει ακόμα μια βαριά μέρα. Μπορεί να γίνω πολύ αυστηρή με το παιδί μου. Μπορεί να του κάνω όλα τα χατίρια. Μπορεί να γίνω υπερπροστατευτική και να θέλω να τον κλείσω σε γυάλα μην πάθει κάτι.
Δεν ξέρω αν υπάρχουν ισορροπίες που κάποιοι συνάδελφοι, κυρίως μαμάδες, βρίσκουν. Με όσες το έχω συζητήσει, όλες κάτι κουβαλάμε. Μια ”διαφορετική τρέλα” παραπάνω απ’ τις υπόλοιπες. Δεν ξέρω αν φεύγει αυτό ποτέ. Μάλλον όχι!
Πρέπει ένας επαγγελματίας να αποκοπεί από το συναίσθημα, όπως λένε, για να κάνει αυτό που πρέπει; Φαντάζομαι πως είναι εξαιρετικά δύσκολο όταν έχεις να διαχειριστείς γονείς, παιδιά, αποτελέσματα που δεν είναι πάντα θετικά.
Ξεκάθαρα όχι. Κατανοώ ότι κάποιοι συνάδελφοι οχυρώνονται έτσι κι είναι η δική τους άμυνα για ν’ αντέξουν αυτή τη δουλειά, αλλά η δική μου άποψη, είναι πολύ απόλυτη, όπως είπα και πιο πάνω. Δεν ξέρω αν είναι η σωστή έτσι, απλώς είναι η δική μου. Δεν γίνεται ν’ αποκοπείς από το συναίσθημα σ’ αυτή τη δουλειά. Δε λένε τυχαία ότι είναι λειτούργημα κι όχι επάγγελμα. Είναι ακριβώς αυτό.
Να σου πω ένα παράδειγμα. Αν εγώ, έχω απέναντι μου μια μαμά που κλαίει γιατί έμαθε άσχημα νέα ή γιατί απλά θέλει να μιλήσει για τον φόβο της γιατί είναι τρομοκρατημένη κι είναι η ώρα μου να σχολάσω. Τι θα κάνω; Εγώ προσωπικά δε θα σχολάσω. Θα καθίσω δίπλα της να την ακούσω. Να της πω ό,τι μπορώ, να την αφήσω να μιλήσει, να κλάψει, να ξεσπάσει και θα φύγω μισή ώρα μετά. Ένα πολύ απλό παράδειγμα για να εξηγήσω αυτό που λέω. Δε λέω ότι είναι εύκολο κι εφικτό πάντα, λέω όμως ότι αυτό, για μένα πάντα, πρέπει να είναι ο κανόνας.
Τα παιδιά έχουν πάντα θετική σκέψη ότι θα γίνουν καλά ή έχουν επίγνωση των πραγμάτων; Πώς λειτουργεί ένας νοσηλευτής υποστηρικτικά σ’ αυτή την περίπτωση;
Στη συγκεκριμένη κατάσταση οι περισσότεροι γονείς ακόμα κι όταν τα παιδιά είναι μεγάλα, επιλέγουν να μην τους πουν τι συμβαίνει ή τι θα συμβεί. Να μην τους πουν τι ακριβώς έχουν και τι ακριβώς είναι οι θεραπείες που κάνουν. Θα μου πεις ένα παιδί 15,16,17 χρόνων σήμερα με τόση πρόσβαση σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν μπορεί να μη γνωρίζει. Ούτε να μη βλέπει που μπαίνει και τι γίνεται. Θα σου απαντήσω ότι συμφωνώ. Ξέρουν!
Τα μεγάλα παιδιά ξέρουν τι γίνεται. Απλώς, όπως επιλέγουν οι γονείς τους να κάνουν ότι δεν είναι τα πράγματα έτσι ακριβώς, το ίδιο κάνουν κι αυτά προς τους γονείς τους. Όχι όλα φυσικά! Υπάρχουν μεγάλα παιδιά που ξέρουν τι ακριβώς έχουν και με τι παλεύουν! Όταν όμως βρεθούν δυο εφηβάκια μαζί, που δεν ξέρουν υποτίθεται, και τύχει να ”κρυφακούσεις” τις συζητήσεις τους, καταλαβαίνεις ότι γνωρίζουν, ανησυχούν, θέλουν να μοιραστούν αυτές τις ανησυχίες. Εντέλει όμως έχουν θετική σκέψη, ναι!
Κι αυτό βοηθάει πάρα πολύ στη διάρκεια της θεραπείας τους και στη πορεία της νόσου τους.
Ο νοσηλευτής είναι εκεί λίγο πολύ για όλα. Εμένα μου αρέσει να τους εμψυχώνω. Έχω δει ότι το ευχαριστιούνται όταν τους υπενθυμίζεις πόσο καλά τα πάνε και που έχουν φτάσει! Όταν έχουν δύσκολες περιόδους, θέλουν να τους ταρακουνάς λίγο θυμίζοντας τους να μην το βάζουν κάτω κι ότι θα περάσει!
Είναι απίστευτη η δύναμη που έχουν αν τους δώσεις λίγο θάρρος παραπάνω και τους πεις: Τώρα όλα είναι χάλια, αλλά σε λίγο δε θα είναι, μην τα παρατάς!
Πώς γίνεται ευχάριστη η νοσηλεία ενός παιδιού; Πώς είναι μια τυπική ημέρα;
Τις περισσότερες μέρες, αν και δύσκολα το φαντάζεται κανείς, τις περνάμε με γέλια και πειράγματα. Σου μιλάω πολύ ειλικρινά και αυτό το θεωρώ κατόρθωμα, ότι έρχονται για θεραπεία τα παιδιά μου και περνάμε καλά! Κι εκείνα κι εγώ. Με όλες τις δυσκολίες και εκείνων και τις δικές μου. Γελάμε μέχρι δακρύων, μου λένε πως πέρασαν τις προηγούμενες μέρες, που πήγαν και τι έκαναν, τους λέω εγώ τα δικά μου, γκρινιάζω για τη δουλειά, γκρινιάζουν για το ότι θα κάνουν μετάγγιση πάλι, τους λέω ότι έχω παραγγείλει αίμα πρώτο πράγμα.
Γελάμε ξανά.
Ο Δημήτρης βουτάει στο συρτάρι με τα γλειφιτζούρια και παίρνει τρία. 20 λεπτά μετά μου ζητάει κι ένα για τον μπαμπά του! Γελάω γιατί απλά θέλει κι άλλο! Του το δίνω! Ένα τέταρτο μετά τον βλέπω να κρέμεται από το συρτάρι και να βουτάει όσα γλειφιτζούρια χωράνε στα χέρια του. Του φωνάζω ”έλα εδώ ρε κατσαπλιά” και τρέχει με γέλια μακριά μου!
Η Κωνσταντίνα μου θα κλάψει γιατί θέλει να προλάβει να πάει κάπου το πρωί κι αν αργήσει η μετάγγιση θα χάσει την εκδρομή. Κανονίζουμε να έρθει λίγο νωρίτερα το πρωί κι αυτή κι εγώ, να τρέξω λίγο τα
πράγματα, να προλάβει να μη χάσει την εκδρομή. Αμέσως γελάει και λέει στη μαμά της: ”Είδες αν έχεις βύσμα”; Γελάμε!
Η Μακρίνα δε θέλει να κάνει θεραπεία. Δεν ξύπνησε καλά σήμερα. Έχει νεύρα που είναι πάλι στο νοσοκομείο. Θέλει να πάει σπίτι της. Θυμώνει, με κλωτσάει, με τσιμπάει, φωνάζει. Της λέω ”σε καταλαβαίνω αλλά, πρέπει να τη κάνουμε για το καλό σου”. Δεν τη νοιάζει. Θέλει να φύγει. Μου φωνάζει κι ας της έβαλα τη θεραπεία. ”Δε σε θέλω”, μου λέει και την πιστεύω! Έχει δίκιο. Είναι θυμωμένη! Μια ώρα μετά μου φέρνει μια ζωγραφιά με καρδούλα, τα ονόματα μας και μου ζητάει συγνώμη! Κάνουμε αγκαλίτσες κι όλα είναι καλά!
Ο Δημοσθένης μόλις άρχισε να περπατάει κι όπως όλα τα παιδιά σε αυτή την ηλικία, δεν προλαβαίνει η μάνα του να τρέχει από πίσω του. Τρέχει, σπρώχνει πόρτα και απλώνει τα χέρια για αγκαλιά. Τον παίρνω και πηγαίνουμε μια βόλτα πάνω κάτω τον διάδρομο. Δε θέλει να τον αφήσω.
”Μμμμ του λέω περίμενε να σου δώσω κάτι”. Περιεργάζεται για πρώτη φορά τη καραμέλα-ζελεδάκι. Βγάζει γλωσσίτσα γλείφει και γουρλώνει μάτι. Γουρλώνει και η μαμά του ”θα μου το καταστρέψεις το παιδί εσύ” μου λέει και γελάμε!
Η Αλεξανδρινή δε μου μιλάει αλλά έχει αρχίσει και παίρνει τα γλυκάκια μου. Μου έβγαλε και τραγούδι, μου είπε η μαμά της.
”Η Βούλα θα βγάλει το σωληνάκι. Η Βούλα να πάμε στο σπιτάκι!”
Μου τα στέλνει η μαμά της στο Facebook και τρέχουν τα δάκρυα μου ποτάμι!
Τεράστια ευγνωμοσύνη!
Η Αριάνα μου, μου άναψε ένα κεράκι γιατί την προσέχω είπε! Μου το έστειλε η μαμά της σε βίντεο και να, τανδάκρυα πάλι. Πώς να μη νιώθω ευγνώμων!
Ο Θάνος είναι ήσυχος. Μεγάλος αρκετά. Του λέω κανένα από την αργκό της νεολαίας
και γελάει με την ψυχή του. ”Δεν είμαι τόσο μεγάλη”, του λέω, ”τι γελάς, ρε χαμένο;”
Γελάει πιο πολύ!
Ο Βασίλης πάει Πανεπιστήμιο. Έρχεται κι αρχίζει τη γκρίνια για τη τάδε καθηγήτρια. Ρε σήκω φύγε, του λέω, από το παιδιατρικό πια, είσαι για ενηλίκων τι θες εδώ; ΄΄Εεε έχω συνηθίσει με εσάς” μου λέει, ”τώρα τι να κάνω”;
Αρνούμαι να σου κάνω εξέταση, του λέω. Εγώ τα χαϊδεύω τα παιδιά και τους λέω γλυκόλογα. Σε σένα αν πω τέτοια θα με κλείσουν μέσα. ”Έλα σε παρακαλώ κάνε μου”, μου λέει ”και δε θα πω τίποτα σε κανέναν”!
Γελάμε.
Η Σοφία μου, που έρχεται από μακριά και τρέχει στην αγκαλιά μου. Και τώρα που δεν μπορεί να τρέξει, όταν τελειώσουμε τη δουλειά που έχουμε, μ’ αγκαλιάζει και μου φιλάει το χέρι. Πόσο πιο γεμάτη να νιώσω;
Ο Μάνθος είναι αρκετό καιρό στο κρεβάτι. Δεν επικοινωνεί πια καλά. Μου σφίγγει το χέρι όταν πλησιάζω το αυτάκι του και του λέω ”Η Βούλα είμαι, έφερα σοκοφρετάκια!” Αγκαλιαζόμαστε με τη μαμά και δε μιλάμε.
Δεν χρειάζεται πάντα να μιλάς, αρκεί να είσαι εκεί. Δεν γελάμε. Δεν μπορούμε.
Να, κάπως έτσι κυλάει μια τυπική μέρα. Ακριβώς έτσι!
Βούλα μου, αν είχες ένα μαγικό ραβδάκι και 3 ευχές, ποιες θα ήταν αυτές;
Η πρώτη ευχή θα ήταν υγεία σε όλα τα παιδιά του κόσμου! Σε κανένα παιδί δεν αξίζει αυτή η ταλαιπωρία! Καμία ταλαιπωρία!
Η δεύτερη… Θα ήθελα οι άνθρωποι να έχουμε περισσότερη ανθρωπιά. Δεν ξέρω τι μας φταίει, αλλά κάπου το έχουμε χάσει. Έχουμε χάσει την ουσία και το φως κι έχουμε γίνει επιεικώς τέρατα.
Η τρίτη και σημαντική: Αγάπη κι ενσυναίσθηση! Λείπει από τις ζωές μας!
(Συνέντευξη από την Έλενα Φλώρου για το ilovers.gr)