Ενώ έχουν περάσει χρόνια, και
πάνω που λες πως τον έχεις πια ξεχάσει, ξαφνικά τον συναντάς στο δρόμο.
Δεν είναι μόνος.
Είναι χωμένο στην αγκαλιά του ένα
ξανθό κορίτσι.
Εκπλήσσεσαι που η καρδιά σου χτυπάει δυνατά και
παγώνει ολόκληρο το σώμα σου. Δεν έπρεπε να δεις αυτή την εικόνα, δεν ήθελες να
τη δεις, αλλά συνέβη.
Τυχαία.
Κρύβεσαι κι απλά παρατηρείς.
Είναι όμορφη και του χαμογελάει.
Εκείνος της κρατάει το χέρι τρυφερά και της χαϊδεύει τα μαλλιά με τον ίδιο
τρόπο. Τον ίδιο τρόπο που κράταγε κι εσένα.
Αλλά η εικόνα αυτή σου ξενίζει.
Δεν έχεις συνηθίσει άλλο κορίτσι στην αγκαλιά του, παρά μόνο τη δική σου
παρουσία δίπλα του. Καιρός πολύς πέρασε και ήταν να γίνει κι αυτό. Το ξερες ότι
θα συμβεί ή ότι συμβαίνει αλλά δεν ήθελες να τους δεις μαζί.
Άραγε να ʾσαι εσύ η πρώτη του
σκέψη όταν γέρνει στα
σεντόνια σας μαζί της;
Περίεργο, μια ξένη στο σπίτι σας
εκείνο, που φτιάξατε παρέα.
Μια ξένη να αγγίζει το σώμα
εκείνο που το ήξερες πόντο-πόντο, νʾ αγγίζει ό,τι θεωρούσες δικό σου.
Μια ξένη να καθρεφτίζεται στο
καθρεφτάκι σου, μια ξένη να ξαπλώνει στο μαξιλάρι σου.
Νʾ ακουμπάει όλα όσα με ιδρώτα
πάλεψες να φτιάξεις. Όσα δικαιωματικά σου ανήκουν.
Θα γυρίζουν τα βράδια αγκαλιά στη
δική σας φωλίτσα που κάθε μέρα πλημμύριζε από τα γέλια σας, τον έρωτά σας, την
αγάπη σας.
Τώρα πια ένα ξένο γέλιο θα
αντηχεί κι όλα γύρω θα διαμαρτύρονται που αυτή δεν είσαι εσύ.
Εκτός από εκείνον.
Βλέπεις, καμιά φορά τα
αντικείμενα και οι τοίχοι μπορεί να έχουν πιο πολλή ψυχή και συναισθήματα από
τους ανθρώπους. Ακόμη και οι τοίχοι θα δακρύζουν και θα ματώνουν για αυτήν την
ξένη, θα ουρλιάζουν το όνομά σου.
Αλλά κανείς δε θα τα ακούει.
Γιατί πριν φύγεις, εκεί μέσα
άφησες τη σκοτωμένη σου ψυχή που θα στοιχειώνει ό,τι υπάρχει τριγύρω. Κι ο
δολοφόνος της έφερε το καινούριο θύμα…
Η πρώτη παγωμάρα φεύγει.
Συνέρχεσαι.
Φτάνεις σπίτι.
Ξεκλειδώνεις την πόρτα του
σκοτεινού κι άδειου διαμερίσματός σου.
Κανείς δε σε περιμένει εσένα,
κανένα χαμόγελο καμιά ζεστή αγκαλιά. Μονάχα εκείνη η μοναξιά. Αυτήν επέλεξες.
Αυτήν θέλησες αντί για έναν άνθρωπο-ρεζέρβα για τις δύσκολες ώρες. Έναν
οποιονδήποτε που θα σου καλύψει τη μοναξιά επιφανειακά.
Ίσως κι εκείνο το ξένο κορίτσι να
ʾχει αυτόν το ρόλο της ρεζέρβας, μπορεί κι όχι.
Τι σημασία έχει πια; Εσύ όμως
έχεις μαγκιά κι αξιοπρέπεια. Έχεις πίστη στο υψηλό και ιδανικό κι αυτό
περιμένεις, αυτό επιδιώκεις. Κλείνεις τα μάτια και με αγκαλιά το μαξιλάρι σου
αποκοιμιέσαι μονάχη.
Άλλωστε, όπως λέει και η αγαπημένη
σου Σκάρλετ Ο’ Χάρα: «Αύριο είναι μια καινούρια ημέρα» κι εσύ θα τη ζήσεις
μέχρι το μεδούλι, έστω και μονάχη σου!