Ήρθε εκείνη η καταραμένη ώρα. Είχες
χάσει το στοίχημα με τη συγκάτοικο, άρα τώρα θα πήγαινες σούπερ μάρκετ. Είχες πάει πολλές φορές βέβαια, αλλά όπως
ήταν φυσικό, το μόνο τμήμα του καταστήματος που ήξερες ήταν ο διάδρομος με τις σοκολάτες,
τις κατεψυγμένες πίτσες και τα παγωτά.
Κοιτάς τη λίστα με τρόμο. Πρώτο- πρώτο
φιγουράριζε στη λίστα κάτι απροσδιόριστο: «άσπρο λάχανο μικρό». Λες κι είχες δει ποτέ στη ζωή σου λάχανο
γενικότερα, για να ξέρεις πώς είναι το μικρό. Και μάλιστα άσπρο. Πάλι
καλά που δεν έγραφε μπλε με μωβ ρίγες.
Επόμενη εγγραφή στη λίστα: ραπανάκια. Μετά:
μπρόκολο. Τρέχεις
πανικόβλητος προς το διάδρομο με τις σοκολάτες. Επιτέλους.
Οικείο περιβάλλον.
Η αλήθεια είναι πως όταν μένεις μόνος σου
πρέπει να ξέρεις να φροντίζεις τον εαυτό σου για να μη σε φάνε τα ποντίκια απ’ τη
βρώμα ή για την περίπτωση που χάσεις στοίχημα απ’ τη συγκάτοικο κι αναγκαστείς
να πας σουπερ μάρκετ. Guess what…
Επόμενο στη λίστα. Μανιτάρια σε κονσέρβα.
Μάλιστα. Λες κι είχες δει ποτέ πως είναι
τα μανιτάρια πέρα από κομματάκια στην πίτσα ή από αυτά που μένουν μέσα τα
στρουμφάκια. Ρωτάς
πού θα τα βρεις. Σου λένε απέναντι απ’ τα λάδια. Πολύ
ωραία. Που είναι τα
λάδια;;;
Αισθάνθηκες τόσο άχρηστος όσο κι ο Thor στην
ταινία του, που είχε μπει σε Pet Shop και ζητούσε να αγοράσει άλογο.
Πραγματικά
δεν μπορεί να είναι τόσο δύσκολο. Για κάτι που η συγκάτοικος σου έκανε 10 λεπτά
για να αγοράσει 5 πράγματα απ’ το Warzone (a.k.a. χώρος μαναβικης σε σούπερ
μάρκετ), εσύ είχες κλείσει ήδη 2 ώρες να περιφέρεσαι και να σε κλαίνε μέχρι και
τα βαζάκια τουρσί.
Το χειρότερο απ’ όλα ήταν το ύφος
απελπισμένου που είχες, σαν κάποιου που είχε μπει σε σουβλατζίδικο 9 η ώρα
βράδυ Σαββάτου και του λένε ότι έχει τελειώσει ο γύρος. Δεν
ήταν μόνο το Warzone όμως. Έχουν συμβεί
και πιο ακραία περιστατικά. Παλιότερα, είχες πάει στο ίδιο κατάστημα μ’ ένα
φίλο σου, ο οποίος είχε την ατυχία στη λίστα να έχει γράψει…«ταχίνι».
Μάλιστα.
Ως εκ
τούτου, δύο μαντράχαλοι πάνω από 1,85 ύψος ο καθένας και συνολικά κοντά
στα 280 με 300 κιλά κι οι 2 μαζί, περιφέρονταν σ’ ένα κατάστημα 1000
τετραγωνικών μέτρων για ώρες, επειδή κανένας δεν είχε το θάρρος να ρωτήσει «που
έχετε το ταχίνι»;
Εντάξει. Έπρεπε τελικά ν’ αντιμετωπίσεις το
μεγαλύτερο φόβο σου. Να ξαναμπείς στο Warzone.
Πλέον το
παιχνίδι είχε αλλάξει. Οι
γιαγιάδες ορμούσαν με τα καρότσια να πάρουν ζαρζαβατικά σε τιμή ευκαιρίας, με
την ίδια λύσσα που ορμάνε προς το σπίτι τους για τη μαγειρίτσα μετά την
Ανάσταση το Μ.Σάββατο.
Η μάχη ήταν αδυσώπητη. Σκληρή.
Μια
γιαγιά, που είχε τη φάτσα του Jason απ’ το Παρασκευή και 13, έτρεχε
κρατώντας
ένα λάχανο σε κάθε χέρι, ενώ πίσω της άφηνε σκελίδες σκόρδο στο πέρασμα της. Ένας
παππούς με μοντέλο μαγκούρας Grandpa Killer 2000-R έκλεβε σειρές απ’το ταμείο, ενώ
ταυτόχρονα κουνούσε τη μαγκούρα σαν το lightsaber του Luke Skywalker.
Όταν, τελικά, έφτασες στο ταμείο και
κατάφερες να βγεις απ’ το κατάστημα με λίγες μελανιές μόνο κι απλά ένα απαλό
άρωμα σκορδίλας, θεωρούσες τον εαυτό σου τυχερό που έζησες να πεις αυτή την
ιστορία στα παιδιά σου στο μέλλον.
Ξυπνάς
μέσα στον ιδρώτα. Η ώρα 5
το πρωί. Ήταν όνειρο. Ευτυχώς
δεν έπρεπε να πας στο σούπερ μάρκετ. Βλέπεις
το σημείωμα της συγκατοίκου στο ψυγείο. Τα
πράγματα ήταν χειρότερα. Έπρεπε
να πας λαϊκή.