Οδηγούσες
στο δρόμο κι όπως ήταν φυσικό τσέκαρες κάθε 5′ στο viber να δεις αν είχες
κανένα μήνυμα. Κάθε τόσο έλεγχες το
shazam για να μπορέσεις ν’ ανεβάσεις το κομμάτι που
άκουγες, κατευθείαν στο Facebook.
Παράλληλα, σου κόρναραν
απ’ τις διαβάσεις που δεν άφηνες, φυσικά, κανέναν πεζό να περάσει. Περνούσες το
βαθύ πορτοκαλί στο φανάρι κλάσματα του δευτερόλεπτου πριν γίνει κόκκινο, ακόμα
κι από γραμμές τρένου πέρασες δευτερόλεπτα πριν κατέβει η μπάρα.
Επειδή
μπορείς.
Ε, δε θα αργήσεις και
στη δουλειά. Τί κι αν σκοτώσεις 2-3 στην πορεία. Δεν πειράζει. Αρκεί να μη
λερωθεί το αμάξι από τίποτα αίματα. Μόλις του είχες βάλει καινούριες ζάντες κι
αεροτομή.
Είναι
λυπηρό το πώς κάθε φορά μας ευαισθητοποιεί ένα τραγικό γεγονός. Μας προκαλεί
αίσθημα λύπης. Ξυπνάει σε όλους μας η Ιερά Εξέταση για να καταδικάσουμε όσους
φταίνε κι όσους δε φταίνε για αυτό και γενικά όταν κάτι δεν
επηρεάζει άμεσα εμάς αλλά «πρέπει» να δείξουμε το κοινωνικό – ευαίσθητο μας
προσωπείο και να είμαστε και συμπονετικοί, αλλά και δικαστές έστω και για μία
ημέρα, εκεί ξεκινάει η έμπνευση.
Δυστυχώς πρέπει να
πεθάνουν άνθρωποι γι’ άλλη μια φορά, προκειμένου ν’ ανεβάσουμε κι εμείς κάτι με
τη σειρά μας στα social media για να δείξουμε πόσο κοινωνικά ευαισθητοποιημένοι
είμαστε.
Αν
δεν ποσταρεις 38 φορές το βίντεο με την Porsche δεν κάνεις το social media
related, καθήκον σου. Η έννοια
«σεβασμός» στην οικογένεια και στο δράμα που περνάει ο άνθρωπος που απλά
σταμάτησε σ’ ένα πάρκινγκ και μετά δεν είχε οικογένεια, δεν λέει τίποτα για
σένα.
Δε θ’ αναλύσουμε το
γεγονός ότι έτρεχε. Όλοι τρέχουμε. Καθημερινά. Το ότι δεν έχουμε
κάνει κάτι ανάλογο, όπως πχ. να ξεκληρίσουμε μια οικογένεια πάνω στη μαλακία μας,
οφείλεται καθαρά στην τύχη. Ή
στο ότι δεν έχουμε τόσο γρήγορο αυτοκίνητο.
Ή
στο ότι όταν κάναμε την πέμπτη σερί προσπέραση νταλίκας στο δρόμο – σκοτώστρα Κορίνθου
– Πατρών, απλά έτυχε να μην έρχεται ένα λεωφορείο του ΚΤΕΛ στο απέναντι ρεύμα
στην κλειστή στροφή με 120 χιλιόμετρα τουλάχιστον να μας πετάξει απ’ τον γκρεμό.
Ή
που όταν μπαίνουμε ανάποδα σε μονόδρομο το θεωρούμε φυσιολογικό, αλλά όταν
είμαστε στην κανονική φορά του δρόμου, βρίζουμε το μηχανάκι που πάει
ανάποδα την επόμενη ημέρα όταν θα περάσουμε απ’ τον ίδιο δρόμο.
Καθημερινά επιβιώνουμε από ασυνείδητους
οδηγούς που περνάνε stop και κόκκινα φανάρια, και φτάνουμε στη δουλειά
ευχαριστώντας όσους αγίους ξέρουμε που είμαστε ζωντανοί.
Αφού
λοιπόν αναπνέουμε στο τέλος της μέρας, γινόμαστε Χριστιανοί για 3’ κι
ευχαριστούμε τον Χριστούλη και την Παναγίτσα που δεν έχουμε γίνει χαλκομανία
πάνω σε κανένα τοίχο. Στη συνέχεια με την ίδια ευκολία που βρίζουμε αυτούς που
πήγαν να μας σκοτώσουν, κάνουμε τα ίδια και χειρότερα.
Άρα, είναι σκέτη
υποκρισία το να κατηγορείς ένα πλουσιόπαιδο επειδή πήρε ένα ταχύτατο αμάξι και
σκότωσε όποιον είχε την ατυχία να βρεθεί μπροστά του, τη στιγμή που κι εσύ θα
μπορούσες να κάνεις ακριβώς το ίδιο, αλλά δεν το έκανες: α) επειδή ήσουν
κωλόφαρδος, β) επειδή έχεις Fiat, γ) και τα δύο μαζί.
Το
μόνο εύκολο είναι να στηθεί ένα online λαϊκό δικαστήριο, όπου ο καθένας μας απ’
τον καναπέ του καταδικάζει.
Ναι, είναι ενδεχομένως
ανθρώπινο να λυπηθείς περισσότερο την άμοιρη γυναίκα με το παιδί της που ήταν
σταματημένη στο πάρκινγκ απ’ ότι τον άλλον που έκανε βλακείες πάνω στο νεαρό
της ηλικίας του με αποτέλεσμα να πάρει αθώους στο λαιμό του.
Το
μόνο σίγουρο, όμως, είναι πως χάνονται ζωές καθημερινά και κανείς δεν κάνει
κάτι γι’ αυτό. Απλά δεν τις βλέπουμε σε βίντεο για να μας συγκινήσει το γεγονός.
Συνήθως θα το
ακούσουμε στην τηλεόραση των Everest, όταν θα
προσπαθούμε να καταλάβουμε τί
διαφορά έχει το πολύσπορο μπριος απ’ το απλό, με αποτέλεσμα να γίνουμε
ευαίσθητοι για λίγο, και μετά να σκεφτόμαστε το κωλόμπαρο που είχαμε πάει το
προηγούμενο βράδυ.
Όλοι
φταίμε.
Απ’ αυτόν που τρέχει
με 250 στην εθνική, τον ντελιβερά με το μηχανάκι που πάει ανάποδα στο
μονόδρομο, τον μπάρμπα 600 χρονών που βγαίνει απ’ το γκαράζ του στο δρόμο με την
όπισθεν αδιαφορώντας για τη διερχόμενη κίνηση, τον ταρίφα χωρίς ταξί που
περνάει ό,τι κόκκινο βρει μπροστά του, αφού πρώτα έχει σταματήσει σε όποια
διάβαση πεζών έχει βρει.
Είναι
θέμα οδηγικής παιδείας. Κάτι που ο Έλληνας δεν είχε ποτέ και δε θα έχει ποτέ.
Σίγουρα
η ξενομανία του στυλ να λέμε πως στις άλλες χώρες όλα είναι ρόδινα όσον αφορά
στην οδηγική συμπεριφορά σίγουρα είναι γενίκευση, ίσως αυθαίρετη κάποιες φορές,
κι όχι πάντα ακριβής.
Βλέπεις
όμως σε χώρες, όπως η Ρουμανία ή η Βουλγαρία (δε μιλάμε για Γερμανία ή Αγγλία)
να σταματάνε σε τεράστιες λεωφόρους οχήματα κι από τις 2 κατευθύνσεις απλά με
την υπόνοια και μόνο ότι κάποιος πεζός πάει να διασχίσει τη διάβαση. Ακόμα και χωρίς
φωτεινούς σηματοδότες. Εκεί είναι που
τρελαίνεται κάποιος και συνειδητοποιεί πως μένει σε τριτοκοσμική χώρα. Αν και λογικά
στις τριτοκοσμικές χώρες δε θα έχουν περίπου 2000 νεκρούς το χρόνο από τροχαία
δυστυχήματα, χωρίς να υπολογίσουμε τους τραυματίες.
Έχοντας στο νου, λοιπόν,
τη Βουλγαρία λόγου χάρη, ας σκεφτούμε την αντίστοιχη εικόνα στην Ελλάδα.
Να μετρήσουμε δηλαδή σε πόσα δευτερόλεπτα ο
πεζός θα εκσφενδονιστεί απ’ το αμάξι που δε θα σταματήσει ποτέ και θα τον κάνει
κομμάτια, απλά και μόνο επειδή πήγε να περάσει τη διάβαση.
Και
το πιο σημαντικό από όλα. Να μη γινόμαστε όλοι ευαίσθητοι μόνο όταν μια Porsche
ξεκληρίζει μια οικογένεια μόνο και μόνο επειδή την έδειξε ένα viral βίντεο που
το είδαν κι οι πέτρες.
Ο
χαρακτηριστικός ήχος «κλινγκ» του messenger ακούστηκε την ώρα που ταυτόχρονα
άκουγες την κόρνα του διερχόμενου, στον κάθετο δρόμο, οχήματος. Σου έστειλαν
μήνυμα. Ωραία. Πιάνεις την
οθόνη του κινητού φυσικά να το διαβάσεις και να απαντήσεις.
Το επόμενο που άκουγες
ήταν ο θόρυβος από γυαλιά και λαμαρίνα που κομματιαζόταν, ενώ ταυτόχρονα το
ντεπόζιτο ανατιναζόταν ξερνώντας φωτιά και θάνατο.
Η
τελευταία σου σκέψη ήταν «ωραία, ίσα που πρόλαβα ν’ ανεβάσω τη φωτογραφία με
την κίνηση στην Κηφισίας πριν λίγο και να ποστάρω: traffic yolo traffic».
Μετά δεν άκουγες
τίποτα.