Βγήκες από το σπίτι. Η μέρα ήταν υπέροχη.
Τόσο που παρόλο που είχε 5 βαθμούς, ο ήλιος έκαιγε κι εσύ ένιωθες ότι είχε 25.
Το
κινητό σου ήταν φυσικά η προέκταση του χεριού σου. Δεν ντρεπόσουν να το
παραδεχτείς, άλλωστε ήταν η αλήθεια. Φρόντιζες πάντα, φεύγοντας απ’ το σπίτι να
μην έχει κάτω από 98% μπαταρία, μ’ αποτέλεσμα να τσεκάρεις ανά πάσα στιγμή κάθε
notification που έσκαγε στην οθόνη.
Στο
δρόμο περπατώντας με το ζόρι απέφευγες τις λακκούβες και τα έργα της ΔΕΗ, καθώς
κοίταζες ανά 3″ την οθόνη, μήπως χάσεις κάποια ειδοποίηση που δεν τσέκαρες,
ή κάποιο μήνυμα στο viber που δεν το απάντησες ακριβώς τη στιγμή που ήρθε.
Επίσης κατέβαζες απ’ το σπίτι επεισόδια από σειρές του Netflix για να τις
βλέπεις στο μετρό ανενόχλητος, γιατί 7 σεζόν Suits πού να προλάβεις να τις δεις
όλες στο σπίτι.
Πάντα
σε κορόιδευαν για αυτό, και αντιμετώπιζες τον χλευασμό ηλικιωμένων στο
λεωφορείο, ανθρώπων που έπεφτες πάνω τους στο δρόμο επειδή δεν έβλεπες μπροστά
σου, και γενικά το να πας κάπου που δεν είχες την άνεση του καναπέ σου όπου δεν
κινδύνευες να πέσεις σε τρύπα, ήταν μια αρκετά οδυνηρή εμπειρία για σένα.
Ε,
και λοιπόν;
Πού
είναι, όμως, το κακό σε όλο αυτό (πέρα απ’ τον προφανή κίνδυνο της σωματικής
σου ακεραιότητας);
Γιατί
είχαν λυσσάξει όλοι οι επαναστάτες του καναπέ, κάνοντας κηρύγματα και καταδικάζοντας
την καταραμένη και «κακιά» τεχνολογία η οποία μας αποξενώνει, μετατρέποντάς
μας σε άβουλα ζόμπι που περπατάνε στο δρόμο, σκοντάφτοντας σε λακκούβες,
ενώ τυφλοί τους δείχνουν τις τρύπες με τα μπαστούνια τους για να μην πέσουν
μέσα;
Καταρχάς
να δούμε το κομμάτι της αποξένωσης και της απομόνωσης.
Όταν
επικοινωνώ ταυτόχρονα στο viber με 5 άτομα που, απ’ αυτά τα 4 είναι σε άλλη
πόλη, και λέμε τα νέα μας με ουσία και χωρίς τη φλυαρία της προφορικής/τηλεφωνικής
επικοινωνίας, κάθε άλλο παρά αποξένωση είναι. Στο σπίτι μου έχω ένα pc που μου
επιτρέπει να ακούω μουσική, να διαβάζω βιβλία, να παίζω παιχνίδια και να κάνω
και εργασίες για τη σχολή μου ταυτόχρονα.
Πλέον,
η τεχνολογία μού επιτρέπει να τα κάνω όλα αυτά και στο δρόμο. Σαν προέκταση του
χεριού μου.
Αφού
μπορώ, γιατί να μην τα κάνω;
Όταν
δηλαδή ο χιπστεράς που φοράει τα ρούχα της γιαγιάς του (κυριολεκτικά) και
γυαλιά χωρίς να έχει μυωπία διαβάζει… Προυστ στα σκαλιά της πλατείας
Συντάγματος, μόνος του, χωρίς παρέα και χωρίς να μιλάει σε κανένα αυτός είναι
ψαγμένος και σκεπτόμενος, αλλά όταν εγώ στο κινητό μου βλέπω Daredevil στο μετρό,
είμαι ο ανεγκέφαλος και κατεστραμμένος από την τεχνολογία που δεν αλληλοεπιδρώ
με άλλα άτομα;
Μήπως
έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά και ορίζουμε τα πράγματα κατά το συμφέρον μας,
και για να ικανοποιούμε την ανάγκη να κράζουμε ό,τι κάνει ο άλλος διαφορετικό
από εμάς είτε έχει δίκιο είχε όχι;
Μάλλον
έτσι είναι.
Η
ατάκα που ακούγεται πιο συχνά και από την λέξη “kill” σε κομμάτι
Manowar, είναι «η σημερινή νεολαία έχει καταστραφεί γιατί όλη μέρα είναι με ένα
κινητό ή ένα tablet στο χέρι ενώ παλιά έβγαιναν και έπαιζαν στην αλάνα».
Η
απάντηση σε αυτό είναι πολύ απλή. Παλιά έβγαιναν στην αλάνα, γιατί δεν είχαν
τίποτα ενδιαφέρον να κάνουν σπίτι τους, κι έβγαιναν να παίξουν μπάλα γιατί
είχαν σπάσει όλα τα βάζα της μαμάς, και πολλές φορές τα έστελνε έξω και η ίδια
η μαμά γιατί εκτός από τα βάζα, είχαν σπάσει και τα νεύρα της.,
Αν
η τεχνολογία που έχουμε σήμερα πχ στο gaming υπήρχε το 1965, θα βλέπαμε τον Ζήκο
στο Της Κακομοίρας» να παίζει pro με τα φιλαράκια του σε ένα καναπέ
τρώγοντας Domino’s, αντί να είναι στο καφενείο της γειτονιάς και να παίζει
ποδοσφαιράκι.
Το
1970, που δεν υπήρχαν φυσικά φορητές συσκευές, σε μια στάση λεωφορείου θα
έβλεπες 20 άγνωστους να διαβάζουν όλοι εφημερίδα μέσα στο δρόμο, γιατί πολύ
απλά δεν υπήρχαν κινητά. Αν υπήρχαν κινητά, όλοι θα ήταν με ένα κινητό στο χέρι
αντί για εφημερίδα. Είναι το ίδιο πράγμα, η ανάγκη του να απασχολείσαι με κάτι
ενημερωτικό ή μη, προκειμένου να περάσει η ώρα και να κάνεις τη δουλειά σου, να
έρθει το λεωφορείο και να πας κάπου.
Αν
αυτή η τεχνολογία υπήρχε το 1986, δε θα βλέπαμε στη σκηνή από το «Τα Τσακάλια» τέσσερις
εφήβους να είναι σε μια καφετέρια κι οι δύο να διαβάζουν βιβλία, ο ένας
εφημερίδα και ο τέταρτος να ακούει μουσική στο Walkman. Αν αυτή η σκηνή
παίζονταν σε μια σημερινή ταινία, ή αν έμπαινα σήμερα εγώ σε μια καφετέρια κι
έβλεπα αυτούς τους τέσσερις εφήβους, θα τους έβλεπα με τα κινητά στο χέρι και
αντί να μιλάνε μεταξύ τους, να μιλάνε με άλλους σε chat, ή να ακούνε μουσική, ή
οτιδήποτε άλλο.
Δεν
είναι κακό απαραίτητα. Ούτε και καλό. Είναι αυτό που είναι. Είναι στην
ανθρώπινη φύση.
Το
ότι κάνω παρέα με ένα φίλο μου αλλά για 10 λεπτά π.χ δε μιλάμε γιατί διαβάζω
ένα άρθρο στο ίντερνετ στο κινητό μου, ή γιατί απαντάω σε κάποιο mail, δε
σημαίνει πως πετάω στα σκουπίδια τη φιλία μας, ούτε πως ξαφνικά σε βαριέμαι
τόσο, που δε θέλω να σου μιλήσω καν.
Απλά
τώρα θέλω να παίξω Clash of Clans στο κινητό μου. Έτσι κι αλλιώς κι εσύ πριν
λίγο χάζευες γυμνές… Influencers στο Instagram. Δεν κρατάω κακία.
Το
μόνο σίγουρο είναι πως το ’60 το ’70 και το ’80 τα παιδιά ήταν στις αλάνες
γιατί δεν είχαν κάτι πιο ενδιαφέρον πέρα από ηλίθια προγράμματα στην τηλεόραση,
με βαρετές εκπομπές και σειρές πριν τα ιδιωτικά κανάλια.
Αν
υπήρχε η τεχνολογία παλιά, όλα τα παιδιά θα ήταν μπροστά από μία οθόνη από 2
χρόνων. Όπως και σήμερα.
Σε
καμία περίπτωση δεν είναι το ιδανικό αυτό. Συμβαίνει, όμως, και είναι στο χέρι
του κάθε γονιού να κρατήσει τις ισορροπίες και να μην χαζέψει το παιδί του -κυριολεκτικά-
μπροστά σε μια οθόνη.
Για εμάς που γεννηθήκαμε πριν 35
χρόνια, άρα ζήσαμε την παιδική ηλικία χωρίς ίντερνετ, δεν είχαμε υπολογιστή,
δεν είχαμε κινητό, έχοντας ζήσει λοιπόν και την εποχή της αλάνας, το να
γυρίζουμε σπίτι γεμάτοι πληγές μετά από 5 ώρες μπάλα, μας εθίζει διαφορετικά
πλέον στην τεχνολογία.
Όσο
εύκολα πλέον το κινητό έχει γίνει προέκταση του χεριού μας, άλλο τόσο εύκολα
μπορεί να γίνει και η απεξάρτηση. Για εμάς τουλάχιστον που πηγαίναμε δημοτικό
το 1993.
Και
αυτό γιατί ζήσαμε 25 τουλάχιστον χρόνια παίζοντας σε παιδικές χαρές γήπεδα και
αλάνες, και μετά με τη έκρηξη της τεχνολογίας πλέον μπορούμε να βλέπουμε σειρές
ακόμα και στην τουαλέτα.
Ο
15 χρόνος όμως που βλέπει YouTube από τα 5 του, σίγουρα θα πρέπει να περιορίσει
τον εθισμό περισσότερο από εμάς. Αυτός είναι που αν για μια μέρα αν του πάρεις
το κινητό ή του κλείσεις το router θα πάθει σύνδρομο στέρησης και θα καταλήξει
στο πάτωμα με σπασμούς να βγάζει αφρούς από το στόμα και να φωνάζει “viber
viber”.
Με
αυτές τις σκέψεις, λοιπόν, αφού απέφυγες με δεξιοτεχνία μια κολώνα και ένα
μηχανάκι ντελιβερά που έκανε κόντρες πάνω στο πεζοδρόμιο, έπεσες πάνω σ’ ένα
πάγκο της λαϊκής μέσα στις ντομάτες, την ώρα που έκανες harvest τις ψηφιακές
ντομάτες στο Farmville.
Γελούσαν
μέχρι και τα σπόρια.