Η κρυφή ιστορία της Μαργαρίτας Αναστασοπούλου.
Δεκέμβρης. Παράξενος μήνας. Γιορτές, Χριστούγεννα,
φωτάκια, κόσμος, στολισμένη πόλη, χαμόγελα, μελομακάρονα.
Πάντα λάτρευα αυτή
την εποχή του χρόνου και το ήξερες. Πόσο μ’ άρεσε να φοράω το κόκκινο σκουφάκι
μου και να στολίζω το δέντρο ακούγοντας γλυκές μελωδίες. Πόσο μ’ άρεσε να
φτιάχνω τις αγαπημένες σου δίπλες και να τις χλαπακιάζεις αχόρταγα. Και να
λερώνεσαι από την ατσαλιά σου και να σου καθαρίζω τα χείλη μ’ ένα φιλί. Ναι… τι
ωραία που ήταν!
Σωστό χρόνο χρησιμοποίησα, ναι. Ήταν.
Σ’ έναν
περασμένο, παλιό Δεκέμβρη. Σε μια άλλη χρονιά, σ’ ένα άλλο σπίτι, μ’ ένα άλλο
δέντρο, με άλλες μουσικές, με άλλα γλυκά, με άλλους ανθρώπους.
Πάει ένας χρόνος που χωρίσαμε. Ακόμα δεν το έχω
χωνέψει, το πιστεύεις;
Κι όμως, θα’ ναι τα δεύτερα Χριστούγεννα που θα κάνω
χώρια σου. Ανασκόπηση της χρονιάς κι εσύ πάλι απών. Πρακτικά τουλάχιστον. Γιατί
αν το σκεφτούμε θεωρητικά, άστο. Δεν έφυγες και ποτέ.
Είμαι καλά. Είμαι πραγματικά καλά.
Αν μου λείπεις;
Αφόρητα.
Αν θα θελα να ξανά είμαι μαζί σου; Όχι.
Αν σε σκέφτομαι; Ανελλιπώς.
Και τώρα θα μπερδεύτηκες..
Να, ρε παιδί μου. Είναι που σ’ αγάπησα πολύ και σ’
αγαπώ ακόμα. Είναι που θα ήθελα να μπορούσα να είμαι μαζί σου γιατί ήσουν ό,τι
καλύτερο μου συνέβη ποτέ κι ας μην ταιριάζαμε εν τέλει. Όταν το συνειδητοποίησα
σ’ είχα ήδη ερωτευτεί για τα καλά και δεν μπορούσα να σ’ αφήσω.
Είναι που έρχεσαι στα όνειρά μου με το έτσι θέλω να
μου θυμίσεις. Γιατί; Θαρρείς πως ξέχασα; Λανθάνεις, μάτια μου. Όλα χαραγμένα
στην πουτάνα τη μνήμη είναι και δε λένε να φύγουν. Όλα εκεί. Και τα
Χριστούγεννα και η αλλαγή του χρόνου στην αγκαλιά σου. Και τα καλοκαίρια κι οι
χειμώνες κι όλοι οι μήνες κι όλες οι μέρες, οι ώρες, οι στιγμές.
Μα έμαθα να τις αγαπώ τις μνήμες. Να τις κρατώ σφιχτά,
να τις φυλάω χωρίς να πονώ πια. Να χαμογελώ. Να νοσταλγώ. Να μας θυμάμαι και να
σκέφτομαι. Για λίγο. Για όσο μπορώ να το ελέγξω.
Καινούργιος Δεκέμβρης. Χωρίς εσένα. Ξανά.
Αλλά, να… είναι
που ήθελα να ευχηθώ. Κι είναι που δε μου έφτασε αυτό. Είναι που ξεζούμισα το
προφίλ σου. Και που είδα τη φωτογραφία σας. Ξέρω πως κοιτάζεις κι εσύ το δικό
μου, έχει αποδειχθεί πολλές φορές και το έχεις παραδεχτεί κι ο ίδιος. Ξέρω πως
κι εσύ θα έχεις δει φωτογραφίες με τον νέο μου σύντροφο. Το πώς αισθάνεσαι δικό
σου θέμα και δεν μπορώ να γνωρίζω. Ξέρω όμως πώς ένιωσα εγώ.
Ζήλεψα. Ζήλεψα που είναι στη θέση μου. Που σε φιλάει,
που σ’ αγκαλιάζει, που απλά αναπνέεις δίπλα της. Που σε είδα να χαμογελάς δίπλα
της. Θα με ρωτήσεις γιατί. Γιατί έτσι. Γιατί είμαι εγωίστρια και δε θα
σταματήσω ποτέ να είμαι σ’ αυτό το κομμάτι.
Γιατί πάντα κάτι με πιάνει τις γιορτές και σε
σκέφτομαι πιο έντονα από ποτέ. Ίσως γιατί έχω τις ομορφότερες αναμνήσεις αυτή
την εποχή του χρόνου. Ίσως γιατί όταν σκέφτομαι πώς κύλησε η χρονιά μου, τι
θέλω να κρατήσω και ποιον στο νέο έτος που θα έρθει, που σκέφτομαι τα λάθη μου,
τα σωστά μου, τα πάθη μου και τα μαθήματα μου, είσαι πάντα μέσα σ
Ναι, σε όλα. Η
σωστότερη επιλογή που έκανα ποτέ, το μεγαλύτερο λάθος που σ’ άφησα να φύγεις,
το πιο δυνατό πάθος μου και το μεγαλύτερο μάθημά μου.
Είναι που σκέφτομαι τη χρονιά που θα έρθει, τη χρονιά
που φεύγει και λείπεις κι από τις δυο.
Και που τόσο λαχταρώ να σ’ έχω. Και να ζηλεύω που σ’
έχει. Κι ας μην το ξέρεις. Κι ας μην το μάθεις ποτέ.
Καλή χρονιά να έχεις, γεμάτη αγάπη κι ελπίδα. Γεμάτη
στόχους κι όνειρα.
Κι όσο για μένα, κάπου εδώ θα γυροφέρνω να φυλώ τις μνήμες.
Να τις προσέχω να μην ξεθωριάσουν. Να τις κρατώ πάντα ζωντανές για να θυμάμαι
πως κάποτε υπήρξαμε ένα. Πως κάποιον Δεκέμβρη τον περνούσαμε μαζί ερωτευμένοι.
Και να ελπίζω.
Να ελπίζω σ’ έναν δυνατό, μελλοντικό Δεκέμβρη σαν κι
αυτόν που είχα κάποτε μαζί σου.
Κι ας ξέρω πως δε θα τον ξαναβρώ.
Στην υγειά μας.