Κάποιες φορές τα λόγια μένουν κολλημένα, γιατί η καρδιά ξέρει περισσότερα από το μυαλό. Και εσύ… ήσουν εκείνο το “όχι” που δε μπόρεσα ποτέ να πω.
Μπορεί να φταίει ο καιρός…
«Ήλιος που ήθελε να βρέξει
Και ο δικός μου εαυτός,
που μόνος δεν μπορεί ν’ αντέξει»(τα έχει πει κι ο Σάκης).
Πιθανόν να φταίει ο πολύς καφές, το πολύ αλκοόλ και τ‘ αδιανόητο ξενύχτι. Μπορεί να φταίει το γεγονός ότι έχω μεγάλη ανάγκη να γράψω για όσα σκέφτομαι ή ότι έχω χάσει τον δρόμο μου αυτή την περίοδο. Μπορεί να είναι απλά οι αμέτρητες ώρες σκέψης. Ίσως να φταις εσύ.
Ναι, ξεκάθαρα φταις εσύ.
Τώρα θα με ρωτήσεις «γιατί εγώ, καλέ;» γουρλώνοντας τα μάτια και θα σκάσεις κι ένα χαμόγελο από ‘κείνα τα έξαλλα.
Αυτά τ‘ αφοπλιστικά.
Αυτά που χαζεύουν και δεν μπορώ να κάνω τις σκέψεις μου λέξεις, ώστε να βγει μια σωστά δομημένη φράση απ‘ το στόμα μου.
Αυτά τα χαμόγελα.
Λοιπόν, κάτσε αναπαυτικά, πιες το ποτάκι σου κι άκου.
Ίσως, ίσως λέω, ν‘ απαντηθεί αυτό το «γιατί εγώ καλέ;».
Είμαι ρομαντική κι ευαίσθητη. Έχω τα πόδια στην γη και το βλέμμα στον ουρανό. Ξέρω τι θέλω κι έχω δει πού φτάνουν τα όριά μου. Μ’ αρέσει να κυνηγάω την ευτυχία μου, είτε αυτή έχει πόδια και τρέχει μακριά, είτε στέκεται ακίνητη και με περιμένει μ‘ ανοιχτές αγκάλες.
Δε μ’ ενοχλεί η πτώση. Θα σηκωθώ, θα περιποιηθώ τις πληγές μου και θα συνεχίσω.
Δε μ’ αρέσουν τα ρηχά ή ίσια πράγματα. Θέλω βάθος. Ανηφόρες, κατηφόρες, λακκούβες. Μπορεί να είναι δύσκολη η ανάβαση, αλλά όταν φτάσεις στην κορυφή, η θέα σε ανταμείβει. Ακόμα, όμως, και να μη σε ανταμείψει, θα έχεις γυμνάσει τα πόδια για να συνεχίσεις το κυνηγητό.
Θέλω να νιώθω. Καλά και άσχημα. Όλα όμως. Να τα βιώνω στο πετσί μου και μετά να γίνουν έργο. Λέξεις, δάκρυα και χαμόγελα.
Στα καλά να γίνομαι φως. Στα άσχημα, σκοτάδι.
Μ’ αρέσει το δεύτερο. Καθετί άσχημο σε διαμορφώνει και σε σημαδεύει, γι’ αυτό το βιώνω μέχρι τέλους. Σαν τη φωτογραφία. Τα ωραιότερα πράγματα βγαίνουν απ’ τα αρνητικά.
Θέλω πίστη, αφοσίωση, έρωτα. Θέλω χέρια πλεγμένα. Φιλιά στο μάγουλο. Βλέμματα που λένε τα πάντα. Μεγάλες και σφιχτές αγκαλιές. Θέλω να σηκώνω το κεφάλι μου κι ένα ζευγάρι μάτια να με κοιτούν με λατρεία, ακόμα και τις ώρες εκείνες που τα πράσινά μου μάτια θα έχουν γίνει κόκκινα απ΄ το κλάμα.
Θέλω πολύωρες συζητήσεις χωρίς τέλος. Θέλω παθιασμένες νύχτες που δε φοβούνται τον ήλιο.
Ξέρω πως αδημονείς για τη συνέχεια. Εξάλλου, δεν αφήνω τίποτα χωρίς «αλλά». Τα πράγματα θα δυσκολέψουν και δεν ξέρω αν είσαι έτοιμος.
Φοβάμαι.
Αυτό ήθελες ν’ ακούσεις; Προφανώς και φοβάμαι. Φοβάμαι γιατί είμαι τελειομανής, ενώ δεν είμαι τέλεια.
Φοβάμαι γιατί αν δεθώ συναισθηματικά, θα δώσω τα πάντα. Θα σου δώσω τα πάντα.
Φοβάμαι γιατί δεν ξέρω τι θες. Όχι τι νιώθεις. Έχει διαφορά. Δεν μπορείς να πιέσεις κανέναν να νιώσει και να μιλήσει γι’ αυτό.
Φοβάμαι γιατί δεν ξέρω αν θα βγει αυτό που φαντάζομαι ή αν θα πέσω με τα μούτρα σε κάτι που έχω βαρεθεί να συναντάω. Ξέρεις το κλασικό «εκείνος σκότωνε την ώρα του μαζί σου και εσύ, μικρή ανόητη, τον ερωτεύτηκες».
Φοβάμαι μην τυχόν δεν προσπαθώ αρκετά ή δεν προσπαθώ όσο αξίζει. Δεν το κάνω επίτηδες, να το ξέρεις. Όρια λέγονται κι έχω μπόλικα, απλά μου βγαίνουν σε καθετί που αξίζει κι όχι εκεί που πρέπει.
Φοβάμαι μη σε πληγώσω, αλλά το μόνο που θα καταφέρω είναι να πληγώσω εμένα.
Μια χάρη ζήτησα και τώρα τη φοβάμαι. Φοβάμαι μην την πατήσω πρώτη! Και δε θέλω καθόλου. Είσαι η φάση που κοροϊδεύω, αλλά να που λούζομαι!
Φοβάμαι, μήπως είμαι εγώ εκείνη που θα ερωτευτεί πρώτη κι ανάθεμά με, ένας Θεός ξέρει πόσο δεν το θέλω.
Αυτό που θέλω είναι εσένα κι εμένα.
Θέλω φλεγόμενα σώματα.
Θέλω λέξεις δυνατές.
Θέλω χρόνο. Όχι λίγο. Δεν είμαστε για τα ψίχουλα. Αλλά δε θέλω και πολύ. Έχουμε και ζωές. Είμαστε ενήλικες.
Θέλω τόσο όσο χρειάζεται για ν‘ ανατροφοδοτείται το πάθος και το μυαλό.
Θέλω να προσπαθήσουμε να γεμίσουμε κι ας μη μας βγει. Απλά να προσπαθήσουμε.
Και τώρα που τελείωσα μπορείς να με κοιτάξεις. Δεν έχω να πω κάτι άλλο. Και δεν θέλω ούτε εσύ.
Να κάνεις θέλω…
Να χαμογελάς και να με κοιτάς.
Να με αγγίζεις με αυτά τα χέρια…
Κοίτα πως χάνω το έλεγχο μόνο και μόνο επειδή σε σκέφτομαι. Το φοβάμαι αυτό το χάος αλλά θα ήθελα πολύ να δω πώς μπορεί να εξελιχθεί. Πού μπορεί να φτάσει.
Αλλά θέλω να το δω μαζί σου…
Γιατί είναι το χάος σου που με κάποιον τρόπο ενώνεται με το δικό σου, η απάντηση σε όλα τελικά.