Φεβρουάριος, ο πιο ερωτικός μήνας, λένε
όλοι. Όχι για μένα, όχι πια.
Θυμάμαι παλιότερα το λαϊκό τροβαδούρο να
τραγουδάει «ο έρωτας με έρωτα περνάει» και να το ασπαζόμαστε όλοι σαν
κουτορνήθια.
Πόσα
λίγα ξέραμε…
Ο έρωτας, αγάπη μου,
μόνο όταν πέφτει απ’ το βάθρο που τον έχεις στήσει, περνάει.
Μόνο τότε παύει να
σε βασανίζει και χάνει όλη του τη δύναμη πάνω σου. Αλλά είναι σκληρό κι επίπονο
και δεν αφήνει τίποτα πίσω του, παρά μια πικρή γεύση στο στόμα!
Ήσουν ο πρώτος μου έρωτας, δυνατός κι απόλυτος. Το μέτρο
σύγκρισης για κάθε επόμενη μου ερωτική εμπειρία. Έβαλες τον πήχη πολύ ψηλά,
τόσο που κανείς ακόμα δεν σ’ έχει ξεπεράσει.
Γνωριστήκαμε
τυχαία, μέσω κοινών φίλων κι όσο εγώ σε απέφευγα, τόσο εσύ με γυρόφερνες, μέχρι
που κατάφερες να με κάνεις δική σου. Το
πρώτο μας ερωτικό σμίξιμο ήταν μια αποκάλυψη για μένα, ένιωσα ότι σε ήξερα όλη
μου τη ζωή.
Η σχέση μας
κυλούσε τόσο όμορφα. Είχαμε πολλά κοινά ενδιαφέροντα και κοινές συνήθειες.
Επικοινωνούσαμε τηλεπαθητικά.
Ο ένας
διάβαζε τον άλλο σαν ανοιχτό βιβλίο. Αχόρταγοι ο ένας για τον άλλο, δεν
μπορούσαμε να κρατήσουμε τα χέρια μας μακριά. Από την πρώτη μέρα συζούσαμε και
κάθε μέρα επιβεβαίωνε πόσο ταιριάζαμε. Η μεγαλύτερη μας απόλαυση να κοιμόμαστε
και να ξυπνάμε αγκαλιά!
Οι μέρες
περνούσαν ευτυχισμένα και μέσα απ’ όλα αυτά είχαμε πληθώρα δικών μας ιδιωτικών
αστείων.
Σε πείραζα για το ότι είσαι
παιδί ξεχασμένου χαπιού και με πείραζες ότι είμαι παιδί σπασμένου
προφυλακτικού. Γελούσαμε τη συνήθεια μας να πηγαίνουμε στην κουζίνα για να
ετοιμάσουμε μεζεδάκια για τους φίλους μας που ήρθαν επίσκεψη και να κάνουμε
πονηρές αταξίες. Κάθε μέρα πιο όμορφη από την προηγούμενη!
Μέχρι που χρειάστηκε να φύγεις.
Δεν ήταν, όμως, η απόσταση αυτή που μπήκε μεταξύ μας, αλλά η αίσθηση
ότι πια δε νοιαζόσουν αρκετά για μένα. Μ’ έκανες να νιώθω ότι με θεωρούσες δεδομένη, την παρηγορήτρα σου κι
όχι το άλλο σου μισό. Από κει και μετά η κατρακύλα άρχισε.
Πέρασαν χρόνια και δε σε είχα ξεπεράσει. Μια ήμαστε μαζί, μια
όχι. Μέχρι που το πήρα απόφαση ότι αρκετά πια το είχαμε σύρει στα πατώματα.
Δεν απαντούσα στα τηλέφωνα σου κι απέφευγα να πηγαίνω στα στέκια
μας. Τότε μου έστειλες ένα μήνυμα, λέγοντας μου ότι δε σ’ εκτιμούσα σαν άτομο
αφού σαν γκόμενος ήσουν οκ, αλλά σαν φίλο δεν μπορούσα να σ’ αντιμετωπίσω.
Άρχισα να σφίγγω τα δόντια προσποιούμενη τη φίλη σου. Μέχρι και
τα γκομενικά μας συζητούσαμε. Fake it until you make it, λένε.
Αυτό που δε σου είπα
ποτέ ήταν πόσο πονούσα, όταν σε έβλεπα να κάνεις με τις επόμενες ό,τι έκανες
μαζί μου. Ξαφνικά, αυτά που θεωρούσα μοναδικά, τις δικές μας μοναδικές στιγμές,
ήταν μια σκηνή από ταινία με διαφορετική κάθε φορά πρωταγωνίστρια. Μάτωνα, το
καταλαβαίνεις;
Ψεύτικα, όλα ψεύτικα, λόγια χιλιοειπωμένα, κενά νοήματος.
Ήσουν ο έρωτας μου, ο
πρώτος κι ο πιο δυνατός. Και ξαφνικά, μπροστά στα μάτια μου έμοιαζες αυτόματο,
που εκτελεί σαν μοτίβο, κάθε φορά τις ίδιες προβαρισμένες κινήσεις.
Σου το κρατάω να ξέρεις, που απομυθοποίησες τον έρωτα μας, γιατί
για μένα ήταν ό,τι πιο δυνατό κι ατόφιο είχα ζήσει και ξαφνικά έχασε τη λάμψη
του και την μοναδικότητα του.