Κάθε Αύγουστο -λίγο πριν ξεκινήσει η σχολική χρονιά- σε κάποιους ανθρώπους πιάνει η μελαγχολία. Σε άλλους, η προσμονή. Τα παιδιά παραπονιούνται για την έναρξη του σχολείου. Οι γονείς ανυπομονούν για την έναρξη του σχολείου. Σε εμάς τους αναπληρωτές, μας πιάνει… το στομάχι. Όχι από άγχος, αλλά από τις 872 φορές που έχουμε πατήσει «Ανανέωση» στη σελίδα του Υπουργείου.
Γιατί όταν λες σε κάποιον: «Είμαι αναπληρωτής», το μυαλό του πάει στο «κάποιος που αντικαθιστά». Όχι όμως κάποιος που ζει για να περιμένει, να ξαναμαζέψει τη ζωή του και να την απλώσει αλλού -κάθε χρόνο.
Κάθε Σεπτέμβρη, λίγο πριν εμφανιστούν τα πρώτα κουδούνια, οι αναπληρωτές μεταμορφώνονται σε ήρωες του Google Maps. Αν είχε soundtrack η φάση, θα ήταν κάτι ανάμεσα σε Indiana Jones και Hanger Games..
Οι πρώτες φάσεις προσλήψεων θυμίζουν «X-Factor»: ποιοι θα περάσουν στην επόμενη;
«Σε πήραν;»
«Με πήραν, αλλά δεν έχω ιδέα πού είναι αυτό το χωριό!»
Κι έτσι ξεκινά η αναζήτηση: Google Maps, Facebook groups με ερωτήσεις του τύπου: «Παιδιά, ποιος έχει πάει Καψοχώρι; Έχει καφέ; Έχει σούπερ μάρκετ; Έχει οξυγόνο;;Έχει κάποια μορφή ζωής;»
Κι αν είσαι τυχερός και σε πάρουν κάπου «καλά», μη βιαστείς να χαρείς. Γιατί ο ενοικιαστής σου μπορεί να νομίζει πως «εκπαιδευτικός» σημαίνει «κερδίζεις 3.000 το μήνα και έχεις και σπίτι στην Κηφισιά». Άρα, το ενοίκιο θα είναι σαν να νοικιάζεις σουίτα σε ξενοδοχείο στο Μόντε Κάρλο.
Οι αναπληρωτές δε φτιάχνουν βιογραφικά…φτιάχνουν βαλίτσες. Και επειδή για πολλά έτη είναι οι κολλητοί μας φίλοι, τους δίνουν και ονόματα για να αισθάνονται λιγότερο μόνοι.
Τις λένε με τα μικρά τους ονόματα. «Η Κόκκινη» για τα νησιά, «η Τσάντα-Πόλης» για τα ΚΤΕΛ, και «η Μεγάλη» που μοιάζει με εκείνες που βγάζει ο Θανάσης Βέγγος σε παλιές ταινίες.
Έχουν περάσει από τόσα σχολεία που μπορούν να γίνουν ξεναγοί:
«Εδώ έχουμε το γραφείο διδασκόντων. Εκεί είναι ο εκτυπωτής που δε δουλεύει. Το φωτοτυπικό θέλει χάδια και ερωτόλογα για να βγάλει. Κι αυτό είναι το καλοριφέρ που καίει μόνο όταν έχει 18 βαθμούς έξω…»
Κι αφού προσαρμοστείς, γνωρίσεις και τα τετρακόσια παιδιά που έχεις, γιατί εννοείται πως σαν αναπληρωτής δεν είσαι ποτέ σε ένα σχολείο, ειδικά αν είσαι ειδικότητα (μουσικός, ζωγράφος, γαλλικών, αγγλικών κ.α),καταφέρεις να θυμηθείς τα ονόματά τους, γιατί πλέον κανένα παιδί δεν έχει φυσιολογικό όνομα
“Ίκαρε παιδί μου, σήκω στον πίνακα”
“Ιοκάστη σταμάτα να μιλάς”
και πείσεις και τη διεύθυνση να σου βρει ένα χώρο να κάνεις τη δουλειά σου όπως σου επιτρέπει το καταπληκτικό μας εκπαιδευτικό σύστημα, έρχεται η ώρα να γνωρίσεις και τους συναδέλφους.
Εκεί τα πράγματα μπερδεύονται. Σαφώς και δε θα ταιριάξεις με όλους κι εννοείται πως θα γίνεις και η αντιπάθεια ορισμένων, ειδικά αν είσαι και νέος με όρεξη για δουλειά και ιδέες, γιατί αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να κουνήσουν κι εκείνοι το δαχτυλάκι τους και να κάνουν πράγματα. Κι αυτό, όταν είσαι 60+ και συνηθισμένος να βγάζει άλλος τη δουλειά, δεν αρέσει καθόλου.
Οι αναπληρωτές είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Είναι τα παιδιά για όλες τις δουλειές για όλα τα θέματα, για όλες τις ευθύνες. Σπάνια ρωτιούνται για την άποψή τους και σπάνια αναγνωρίζεται η δουλειά τους. Βλέπετε, για να αναγνωρίσει κανείς τη δουλειά σου πρέπει να είναι εντάξει με τον δικό του εαυτό και τη δική του εργασιακή αξία και αυτό δεν το συναντάς εύκολα.
Ο αναπληρωτής είναι πολλά πέρα από την ειδικότητά του. Είναι δάσκαλος, ψυχολόγος, μεταφορέας, ξεναγός, μπαρμπέρης (αν κόψει κάνας μαθητής φράντζα με τον χάρακα) κι ακροβάτης, γιατί ισορροπεί ανάμεσα στη δουλειά, τις μετακομίσεις και την ψυχική του υγεία. Μα πάνω από όλα είναι γονιός. Δε χρειάζεται να έχει γεννήσει το παιδί για να αισθάνεται γονιός. Κάθε χρόνο αποκτά παιδιά που τα βλέπει να ανθίζουν, να μαθαίνουν, να μεγαλώνουν μέρα με τη μέρα και κάθε χρόνο αναγκάζεται να τα εγκαταλείψει και να τα αποχωριστεί, ξέροντας πως κατά πάσα πιθανότητα δε θα τα ξαναδεί ποτέ.
Κι όταν περάσουν όλες οι φουρτούνες της σχολικής χρονιάς, έρχεται και το κερασάκι στη τούρτα…η καλοκαιρινή γιορτή! Εκεί να δεις γλέντια. Άγχος, τραγούδια, ποιήματα, πρόβες,..
‘Κυρία εγώ σε ποια σειρά κάθομαι;’
‘Κύριε εγώ δε θυμάμαι τι κάνουμε’ και ταυτόχρονα σκαλίζει και τη μύτη του με βλέμμα γεμάτο απόγνωση…
Και κάπου ανάμεσα στα τραγούδια και στις κατασκευές και τους χορούς, έρχεται και ο ψυχικός αποχαιρετισμός:
«Κυρία, θα έρθετε και του χρόνου;»
(παύση. βλέμμα προς το υπερπέραν.)
«Δεν ξέρω, παιδί μου… Ίσως είμαι στην Κάλυμνο, ίσως στη Φλώρινα, ίσως και πάλι εδώ. Ή και πουθενά.»
Και μετά… αναμονή. Πάλι.
Αλλά παραδόξως… τα καταφέρνει. Πάντα. Με χιούμορ, αγάπη για τα παιδιά και ελπίδα πως κάποτε, ίσως, λέμε τώρα… θα μονιμοποιηθεί.
Μέσα σε όλα αυτά, υπάρχει και η πραγματικότητα: χιλιάδες αναπληρωτές καλύπτουν κάθε χρόνο βασικές ανάγκες της εκπαίδευσης. Σε κάθε σχολείο, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Με προσωπικό κόστος. Με απώλειες από φίλους και συγγενείς μέχρι χρήματα, χρόνο, ρίζες.
Κι όμως, κάθε Σεπτέμβρη… είναι πάλι εκεί. Με το ίδιο πάθος.
Κι αν τους ρωτήσεις γιατί το κάνουν, η απάντηση είναι πάντα κάπου ανάμεσα στο χαμόγελο ενός παιδιού, στο «κυρία σ’ αγαπάω», και στο «φέτος κατάφερα κάτι να τους δώσω».
Γιατί ο αναπληρωτής δεν “αναπληρώνει” απλώς ώρες.
Αναπληρώνει ελπίδες, αγάπη, παιδεία.
Καλό καλοκαίρι σε όλους τους αναπληρωτές και εύχομαι υπομονή, κουράγιο και καλή μονιμοποίηση.
Με αγάπη, από μία παθούσα!