Η κυριαρχία του ψεύδους στη ζωή
των ανθρώπων, είναι ζήτημα που δεν παίρνει αντίλογο. Τα παραδείγματα καθημερινά,
από το πιο μεγάλο μέχρι το πιο μικρό. Ποιος δεν έχει έστω και ένα μικρό ψέμα;
Το ψέμα είναι γέννημα θρέμμα του
φόβου και της ανασφάλειας. Αποτελεί ένα μάταιο εγχείρημα απόκρυψης της
πραγματικής ταυτότητας, που εν τέλει εμποδίζει τον άνθρωπο να συμφιλιωθεί με
τον εαυτό του, να καλλιεργήσει την ύπαρξη του, να χαρεί τη ζωή.
Ψεύδος έχω όταν το άτομο
αποκρύπτει τις πραγματικές διαθέσεις ή διαστάσεις του, προσαρμόζει τις ψυχικές
του εκδηλώσεις στις ανάγκες του εκάστοτε περιβάλλοντος και προσποιείται πως
νιώθει ή βιώνει άλλα συναισθήματα από αυτά που πραγματικά είναι.
Από την άλλη, νοθεία δεν είναι η
παραποιητική κατάσταση του ψεύδους, αλλά μια πλαστή έκφραση συναισθημάτων,
που δεν έχουν το παραμικρό αντίκρισμα στον εσωτερικό κόσμο του υποκειμένου τους
και πίσω τους κρύβεται το απόλυτο συναισθηματικό κενό.
Στην περίπτωση τους ψεύδους άλλα
αισθάνεται κι άλλα δείχνει το άτομο, ενώ στην περίπτωση της νοθείας δεν υπάρχει
τίποτα από αυτά που φανερώνει. Παράδειγμα ψεύδους είναι να προσποιούμαι ότι
χαίρομαι σ’ ένα αντιπαθές πρόσωπο, ενώ νοθεία στη συμπεριφορά μας είναι να
χαιρόμαστε για αρετές που δεν έχουμε.
Ασφαλώς η όποια παραποίηση ή
κάλυψη ενός κενού δε γίνεται χωρίς λόγο. Διαπροσωπικοί ανταγωνισμοί, κοινωνικές
συμβάσεις, προβαλλόμενα πρότυπα και προσωπικές μας αδυναμίες υποχρεώνουν πολλές
φορές το άτομο να φαίνεται διαφορετικό απ’ ό,τι είναι.
Όλα αυτά εξυπηρετούν ένα σκοπό.
Το ερώτημα είναι κατά πόσο η
υλοποίηση αυτών των στόχων, ακόμα και των πιο υψηλών ανάμεσά τους, δικαιολογεί
την καταβολή ενός υψηλού τιμήματος. Γιατί το να προδίδεις τον εαυτό σου, για να
γίνεις αρεστός στο φίλο, στο γείτονα ή στο αφεντικό σου σε εντάσσει σε μια
κατάσταση αργής αλλά σταδιακής αλλοίωσης της προσωπικής σου ταυτότητας. Όσο
αδιαμαρτύρητα εντάσσεσαι σ’ αυτή τη διαδικασία, τόσο περισσότερο καταλήγεις να
ζεις όχι με σένα αλλά με τους άλλους για τους άλλους.
Βέβαια, ούτε οι υποχωρήσεις, ούτε
οι συμβιβασμοί ούτε η προσποίηση είναι πάντα και κατ’ ανάγκη απορριπτέες.
Υπάρχει όμως μια διαχωριστική γραμμή, πίσω από την οποία βρίσκεται η
αναγκαιότητα και πέρα από την οποία αρχίζει η αλλοτρίωση.
Έργο του καθενός μα είναι να χαράξει
αυτή τη γραμμή και να επιλέξει σε ποιο από τα δύο μέρη επιθυμεί να κινείται.